Τετάρτη 1 Απριλίου 2015

Το ψευδές δίλημμα

Ήταν μια συζήτηση – παρωδία του κοινοβουλευτισμού. Θλιβερή από κάθε άποψη.


ΓιωργοΣ ΛακοπουλοΣτού Γιώργου Λακόπουλου
Ήταν μια συζήτηση-παρωδία του κοινοβουλευτισμού. Θλιβερή, από κάθε άποψη. Αποκαλυπτική για την ένδεια πολιτικών προσώπων κύρους και πολιτικού λόγου με περιεχόμενο που μαστίζει πλέον τη Γ' Ελληνική Δημοκρατία...
Στη θέση των παλαιών κοινοβουλευτικών που λάμπρυναν το βήμα με τον λόγο τους -ανεξάρτητα από την πολιτική τους ταυτότητα- υπάρχουν πλέον γραφικές φιγούρες, που δεν μπορούν να διαβάσουν καν αυτά που τους γράφουν, αγορητές με μαγκίτικο ύφος καφενείου και άλλοι με ανούσια εγωιστική αλαζονεία.
Με εξαίρεση τον αξιοπρεπή Δημήτρη Κουτσούμπα του ΚΚΕ - η πολιτική ηγεσία της χώρας έδειξε τη Δευτέρα τον χειρότερο εαυτό της - με την εμπρηστική πρόεδρο της Βουλής να διαμορφώνει κάθε στιγμή συνθήκες εκτροπής.
Ήταν μια συζήτηση που συγκλήθηκε για να ενημερωθεί η Βουλή από την κυβέρνηση και μόνο ενημέρωση δεν υπήρξε εκ μέρους της. Ο Πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας που την προκάλεσε δεν επιδίωξε κοινή γραμμή των κομμάτων, όπως θα περίμενε κανείς.
Απλώς ζήτησε από την αντιπολίτευση να προσχωρήσει στις κυβερνητικές θέσεις, που είναι ωστόσο ασαφείς και απροσδιόριστες -όταν δεν διαπνέονται από αντικοινοτική λογική- όπως δείχνουν οι συζητήσεις που γίνονται στις Βρυξέλλες ανάμεσα στα τεχνικά κλιμάκια των θεσμών με την ελληνική αντιπροσωπεία που εμφανίζεται διχασμένη και ακατάλληλη...
Σε αυτό το πλαίσιο χάθηκαν και κάποιες αλήθειες που είπε ο Αλέξης Τσίπρας. Όπως, π.χ., οι αναφορές του στην εγχώρια διαπλοκή και στην προθυμία των προκατόχων του να εγκαταλείπουν κάθε διαπραγματευτική προσπάθεια προτού αρχίσει.
Για την ακρίβεια, χάθηκαν στο ερώτημά του προς την αντιπολίτευση: είστε με τους δανειστές ή με τη χώρα;
Είναι ένα ερώτημα χωρίς περιεχόμενο με το οποίο η κυβέρνηση προσπαθεί να προεκτείνει το προεκλογικό της σύνθημα, μνημόνιο-αντιμνημόνιο, που με τη σειρά του οδηγεί σε διχαστικές πρακτικές. Είναι ένα ψευδές δίλημμα.
Τίποτε από όσα συγκροτούν αυτά τα σχήματα λόγου δεν έχει πραγματική βάση. Και, συνεπώς, τίποτε δεν συνδέεται με τις πραγματικές ανάγκες της χώρας αυτή τη στιγμή.
Το ερώτημα δεν είναι αν είναι κάποιος με τη χώρα ή με τους δανειστές. Είναι, με ποιον είναι η χώρα. Στον ευρωπαϊκό χώρο δεν υπάρχει η κυβέρνηση και η αντιπολίτευση: υπάρχει η Ελλάδα. Με ποιον είναι;
Όποιος θέλει να δει καθαρά τα πράγματα, η απάντηση προκύπτει απλά: είναι και με τους δανειστές. Γιατί -πλην του ΔΝΤ- οι δανειστές έχουν και μια άλλη ιδιότητα: είναι εταίροι. Και επειδή είναι εταίροι έγιναν δανειστές. Η χώρα είναι μαζί τους γιατί έχει ανάγκη κι αυτοί να είναι μαζί της.
Οι ιδιότητες του εταίρου και του δανειστή δεν μπορούν να διαχωριστούν. Γιατί η σχέση της χώρας μαζί τους διέπεται και από τις υποχρεώσεις που προκύπτουν από τη συμμετοχή της στην Ευρωζώνη.
Η Ελλάδα βρίσκεται υπό την πίεση όσων την έχουν δανείσει γιατί απλούστατα έχει συνάψει συμφωνίες μαζί τους προκειμένου να μη χρεοκοπήσει και έχει δεχθεί τους σχετικούς όρους, που δεν πρέπει ωστόσο να συγχέονται με τις πάγιες δεσμεύσεις της στην Ευρωζώνη.
Ακόμη και το αίτημα για χρηματοδότηση από τον Ντράγκι είναι ένα αίτημα που απευθύνεται στα μέλη της Ευρωζώνης - δηλαδή στους δανειστές, γιατί η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα διοικείται από τις Κεντρικές Τράπεζες των χωρών-μελών που δανείζουν την Ελλάδα.
Εκτός από τις αξιώσεις των δανειστών η χώρα τελεί και υπό τον έλεγχο των κοινοτικών οργάνων γιατί αυτό προβλέπεται από τις Συνθήκες. Είναι μέρος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και οι κανόνες της ισχύουν για όλους. Και ο μόνος τρόπος να βγει από την κρίση είναι να λειτουργήσει ως εταίρος όχι ως αντίπαλος ή απροσάρμοστο μέλος. Αλλιώς, βυθίζεται περισσότερο στο πρόβλημά της.
Τι νόημα έχει, λοιπόν, το παιχνίδι με τις λέξεις και η κατασκευή φραστικών σχημάτων για εσωτερική κατανάλωση;
Τι υποκρύπτει το ψευδές δίλημμα «με ποιον είστε;». Πού οδηγεί η αβασάνιστη θεωρία των αυθαίρετων κόκκινων γραμμών και ο λαϊκισμός της «ρήξης»;
Ο πολύπειρος στα ευρωπαϊκά καθηγητής ΠΚ Ιωακειμίδης έγραφε την ίδια μέρα στα «Νέα» γιατί είναι «απαγορευμένη λέξη» η ρήξη, την οποία π.χ. ο εξαίρετος διαπραγματευτής Ανδρέας Παπανδρέου δεν χρησιμοποίησε πότε - όπως και κανένας άλλος Ευρωπαίος ηγέτης: «Ως διαπραγματευτική απειλή, η αναφορά σε ''ρήξη'' δεν είναι αξιόπιστη και, συνεπώς, ''δεν πιάνει'', ενώ ως πολιτική επιλογή είναι καταστροφική και θα γεννήσει θύελλες».
Η «ρήξη» είναι επίσης ψευδές δίλημμα. Αυτό που έφερε τη χώρα στη σημερινή κατάσταση δεν ήταν οι δανειστές, ούτε τα κοινοτικά όργανα. Ήταν οι κυβερνήσεις της.
Και αυτό που φέρνει τη σημερινή κυβέρνηση σε δύσκολη θέση είναι ότι από τη στιγμή που ανέλαβε, προσπαθεί σαν τον κάβουρα να αποφύγει οτιδήποτε θα της δημιουργούσε εσωκομματικό πρόβλημα ή πρόβλημα συνέπειας ως προς τις υπερφίαλες προεκλογικές της εξαγγελίες.
Ταυτόχρονα, δεν μπορεί και να διαμορφώσει αξιόπιστη διαπραγματευτική πρόταση. Είναι σκληρή έξω από τις συνεδριάσεις και αδύναμη ή ασυνάρτητη μέσα.
Ο «έντιμος συμβιβασμός» που ζήτησε ο Πρωθυπουργός έχει νόημα μόνο αν θεμελιώνεται σε ρεαλιστική βάση και είναι συμβατός με το κοινοτικό πλαίσιο -αλλιώς είναι σύνθημα χωρίς περιεχόμενο.
Όταν η κυβέρνηση ζητά κοινό μέτωπο στο εσωτερικό αυτο-ακυρώνεται όταν ζητάει και επιλογή ανάμεσα στους δανειστές και στη χώρα.
Στην πραγματικότητα εννοεί ανάμεσα στους δανειστές και την κυβέρνηση -προσπαθώντας να αποφύγει το πολιτικό κόστος είτε του αδιεξόδου είτε της προσαρμογής στην πραγματικότητα...
Αλλά η χώρα δεν είναι -μόνο- η κυβέρνηση. Είναι μέγεθος υπέρτερο και οι επιλογές που έχει στη διάθεσή της είναι πάντα περισσότερες από όσες έχουν οι κυβερνήσεις. Γι' αυτό υπάρχει η Δημοκρατία που επιβάλει τον πολιτικό διάλογο. Όταν δεν αποδίδει, υπάρχουν οι εκλογές.
thetoc.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.