Σάββατο 28 Νοεμβρίου 2020

Συνύπαρξη ωραίων...



"...Τόσο αμαρτωλός θεός όσο ο Ντιέγκο, μόνο σε ένα πάνθεο σαν το αρχαιοελληνικό θα είχε θέση..."

 Ένας θεός αμαρτωλός
Δυο λογιών, χονδρικώς, οι σπουδαίοι ποδοσφαιριστές. Οσοι μιλάνε στην μπάλα κι όσοι τη χτυπάνε. Ο Ντιέγκο Αρμάντο Μαραντόνα και ο Πελέ τής μιλάνε, και το δίλημμα «ποιος ο καλύτερος» είναι
ποδοσφαιρικώς ανόητο. Ο ενεστώτας εξακολουθεί να ισχύει παρά τον θάνατο του Αργεντινού. Η φαντασία μας, εφοδιασμένη από την τηλεόραση, δεν θα πάψει ποτέ να τους απολαμβάνει στο γήπεδο, τη δική τους θεατρική σκηνή: να γράφουν, να ζωγραφίζουν, να χορεύουν, να προσποιούνται: όλες οι τέχνες σε μία. Και αυτοί, λάτρεις και υπηρέτες της στρογγυλής θεάς.  
 
Μαζί τους, στην ίδια χορεία, μπαλαδόροι σαν τον Λιονέλ Μέσι, τον Ρονάλντο (τον πρώτο, το «Φαινόμενο») κι εκείνα τα τέσσερα δεκάρια που συντρόφευαν το Μέγα Δέκα, τον Πελέ, στην Εθνική Βραζιλίας, το 1970, στο Μουντιάλ του Μεξικού: Τοστάο, Ζέρσον, Ζαϊρζίνιο, Ριβελίνο. Ο Κριστιάνο; Οχι, αυτός δεν της μιλάει της μπάλας. Τη χτυπάει. Αποτελεσματικά βεβαίως, αφού τη στέλνει στα δίχτυα. Αλλά σαν αλαζόνας δεσπότης της, όχι σαν υπηρέτης της, γεγονός που φαίνεται και στον δημοσίως ιδιωτικό βίο του.  
 
Η περί τον Μαραντόνα θεο-λογία, που αποτυπώθηκε σε αναρίθμητους υμνητικούς τίτλους ποικίλων γλωσσών, έχει ιδρυτή της τον ίδιο και την εξήγησή του για «το χέρι του Θεού» που έστειλε την μπάλα στα δίχτυα της Αγγλίας το 1986. Δεν ήταν ο πρώτος ποδοσφαιριστής που έκλεβε ούτε ο τελευταίος.  
 
Ήταν ο πρώτος και ο τελευταίος που δικαιολόγησε την κλοπή με τη σκληρή ειρωνεία του τσογλανιού που παίζει μπάλα σε αλάνα. Για τους Αργεντίνους το γκολ αυτό ήταν η εκδίκησή τους κατά των Αγγλων για τα Φόκλαντ. Το δεύτερο που έβαλε ο Μαραντόνα τέσσερα λεπτά αργότερα, τριπλάροντας ακόμα και τα δοκάρια, ένα από τα πιο όμορφα γκολ στην ιστορία του ποδοσφαίρου, το μέτρησαν σαν τελεσίδικη απόδειξη πως ο δικός τους είναι ο καλύτερος παίκτης του κόσμου· ποιος Πελέ. Οι Αγγλοι πάλι δεν ξέχασαν ούτε προχθές στα πρωτοσέλιδά τους τον «παλιάνθρωπο», τον «κλέφτη». Τα Φόκλαντ μπορεί και να μην τα θυμούνται καν. Ή να αδιαφορούν πια. 
 
Τίποτε πιο χαρακτηριστικό για το ποιόν του Μαραντόνα από την προθέρμανσή του: οι άλλοι ίδρωναν, αυτός χόρευε. Επαιζε. Διασκέδαζε ο ίδιος πριν δωρίσει αφειδώς τέρψη. Εξαρτημένος από την μπάλα ήταν παρά από τις ουσίες. Δίδαξε ότι ποδόσφαιρο παίζουν και οι κοντοί, και οι κοντόχοντροι ακόμη, αφού παίζεται με το μυαλό, όχι με γραμμωμένο μυϊκό σύστημα.  
 
Τόσο αμαρτωλός θεός όσο ο Ντιέγκο, μόνο σε ένα πάνθεο σαν το αρχαιοελληνικό θα είχε θέση. Αρης; Διόνυσος; Ή μήπως ο Δίας;