Τρίτη 1 Αυγούστου 2017

«...άγνωστοι (και όχι και τόσο άδολοι) αι βουλαί όσων έκοψαν καπίστρι...»

Ο καθηγητής και το ευρωπαϊκό κατεστημένο...
Ολα είναι πιθανό να συμβούν στον ελληνικό βίο. Δημοσιογράφοι, σοβαροί υποτίθεται, να αποδέχονται άκριτα κατασκευασμένες ειδήσεις, κραυγαλέα δηλαδή ψεύδη, και να τα αναμεταδίδουν στη σφαίρα της πληροφόρησης, χωρίς να κοκκινίζουν από ντροπή τουλάχιστον (αλλά τι σημαίνει ντροπή στις μέρες μας...).

Διεθνούς φήμης καθηγητής Οικονομίας και πρώην υπουργός Οικονομικών της νυν κυβέρνησης, μαχητής, όπως αυτοχαρακτηρίζεται, κατά του βαθέος κατεστημένου της Ευρώπης, καταλήγει να δίνει συνέντευξη σε εφημερίδα που ουδεμία σχέση έχει με τη δημοσιογραφική δεοντολογία και τον σεβασμό προς την αντικειμενικότητα και την αλήθεια· θα την αποκαλούσαμε και ξένη προς τον σεβασμό των αναγνωστών, αλλά υπάρχουν ουκ ευάριθμοι τέτοιοι, που δεν ενοχλούνται από τον τακτικισμό και τη «στρατηγική» της, οπότε...

Τόσο πολύ πια έχει εμπλακεί στα γρανάζια -κάποιου απίθανου ναρκισσισμού, ίσως; Απώλεσε μήπως την αυτοκυριαρχία του, που είναι απαραίτητη σε όποιον μάχεται βαθιά κατεστημένα, γοητευόμενος από τη συνεχή παρουσία της εικόνας του εαυτού του στην «αγορά» του συστήματος που μάχεται;

Τι να πεις,...

To ποιοτικό πλεονέκτημα της τυπωμένης είδησης...

Στα παιδικά μου χρόνια οι πρωινές και οι απογευματινές εφημερίδες έφταναν στο νησί με τη βραδινή πτήση της Ολυμπιακής – αν δεν είχε απαγορευτικό λόγω καιρού. Η είδηση πλησίαζε με πολλές ώρες καθυστέρηση, αλλά παραδόξως δημιουργούσε μια υψηλή ένταση στον αναγνώστη. Η ραδιοφωνική είδηση των κρατικών σταθμών συχνά ήταν «διασκευασμένη» απ’ τον πολιτικό εξαναγκασμό, επομένως η εφημερίδα ήταν η ουσιώδης δυνατότητα πληροφορίας. Τα κείμενα είχαν έναν λυρισμό, μια εκφραστική υπερβολή, ήταν γεμάτα μανιχαϊστικά σχήματα. Καλά ελληνικά, πολιτικά εμπαθή, με κατάχρηση μεταφορών, παρομοιώσεων, κοσμητικών επιθέτων.

Σήμερα, η τυπωμένη εφημερίδα, εφόσον ανταγωνίζεται τη ροή και τη διαρκή ειδησεογραφική υπερπαραγωγή, χάνει. Κατ’ άλλους όμως κερδίζει. Προσπαθεί να...

Θα υπάρξει ξανά κεντροαριστερός Τύπος; Η δεύτερη επανέκδοση του “Έθνους” και ο ΔΟΛ

Του Γ. Λακόπουλου

Όσοι συζητούν για την Kεντροαριστερά στην Ελλάδα, παραβλέπουν κάτι: το φαινόμενο  της απουσίας κεντροαριστερού τύπου,  πλέον. Οι περισσότερες εφημερίδες που κινήθηκαν τις τελευταίες δεκαετίες σ’ αυτό το χώρο χάθηκαν με το ΠΑΣΟΚ, που τον εξέφραζε.
Ο ΣΥΡΙΖΑ, που πήρε τη θέση του, υστερεί στο μιντιακό στερέωμα.  Η παρουσία της εξαιρετικής «Εφημερίδας των Συντακτών» στη θέση της «Ελευθεροτυπίας» , δεν καλύπτει την έλλειψη. Τα νεοπαγή εγχειρήματα  με το Documento και τη Νέα Σελίδα  το παλεύουν αλλά λείπει  η χρηματοδότηση και θα κριθούν στο χρόνο.
Το πρώην Συγκρότημα Λαμπράκη ήταν το κατ’ εξοχήν δημοσιογραφικό όργανο της εγχώριας Κεντροαριστεράς. Μέχρι τη στιγμή που άλλαξαν τα συμφραζόμενα της παρουσίας του και   από δύναμη που ωθούσε προς την πρόοδο -δια της επικράτησης των δημοκρατικών δυνάμεων- μετατράπηκε σε φορέα ακραίας αντι- συριζαίικης σχολιογραφίας.
Μπορεί με τον καινούργιο επενδυτή να  διασωθεί, να αναπτυχθεί και να πέτυχει την επιβίωσή του, ως εκδοτική επιχείρηση. Αλλά δεν θα είναι το ίδιο με τον Μαρινάκη- εδώ δεν ήταν με τον Ψυχάρη. Η οικογένεια Λαμπράκη είχε βιωματική σχέση με τον ευρύτερο  δημοκρατικό χώρο και η απουσία της έχει αφαιρέσει από τα έντυπα του ΔΟΛ την αύρα αυτής της σχέσης.
Το ΒΗΜΑ και τα ΝΕΑ είναι πλέον άλλες εφημερίδες. Γράφονται με άλλο τρόπο. Απευθύνονται σε άλλο κοινό. Σε μια περίπτωση μάλιστα η διεύθυνση δεν προέρχεται καν από τον «βαθύ ΔΟΛ». Όχι πως είναι κακό, ούτε τίθεται θέμα ικανοτήτων. Αλλά έχει τη σημασία του: το  Συγκρότημα πάντα αυτοαναπαρήγαγε το μάνατζμεντ που είχε ανάγκη. Τα μεγάλα δέντρα του ήταν από δικούς του σπόρους.
Η μετωπική αναμέτρηση με τον ΣΥΡΙΖΑ παραβλέποντας ότι εκει  κατέφυγε μεγάλη μερίδα από το αναγνωστικό κοινό του, είναι μια επιλογή. Γιατί έγινε ξέρουν αυτοί που την έκαναν. Αλλά δεν έχει σχέση με το ποιοτικό περιεχόμενο και τα στάνταρτ της κεντροαριστερής  αντίληψης για την κάλυψη της επικαιρότητας – που είναι πάντα προοδευτική αντίληψη.
Από τη φύση της  αυτή η αντίληψη ήταν σταθερά απέναντι στην συντηρητική παράταξη και τους εκπροσώπους της στο χώρο της πολιτικής, της οικονομίας, της κοινωνικής οργάνωσης, των διεθνών σχέσεων, των ιδεών και του πολιτισμού. Έτσι μεγάλωσαν γενιές και γενιές με τις εφημερίδες του  Συγκροτήματος  υπό μάλης- ακόμη και όταν υπηρχαν  τριβές με τα κόμματα της παράταξης τους.
Ουσιαστικά τα τελευταία χρόνια ο  ΔΟΛ αυτοκτόνησε. Αποσπάστηκε από τη παράδοσή του, που τον κατέτασσε για δεκαετίες σε ρόλο εμπροσθοφυλακής της Δημοκρατικής Παράταξης με την ευρεία έννοια: ΠΑΣΟΚ, ΚΚΕ, κεντρώες δυνάμεις κ.λ.π ...

«...μια Ελλάδα, φτωχή γερασμένη και μικρότερη, δηλαδή μια χώρα σε διαρκή παρακμή».

Φτωχαίνουμε, γερνάμε, μικραίνουμε. Ποιος νοιάζεται;...
Πριν από 20 μέρες αναρωτηθήκαμε γιατί σε όλες τις έρευνες της κοινής γνώμης κυριαρχεί το αίσθημα της απογοήτευσης, σε ποσοστά άνω του 80%. Η απάντηση βρίσκεται σε κάτι ενοχλητικές «λεπτομέρειες», οι οποίες απασχολούν τους πολίτες, σε αντίθεση με την ατζέντα που έχουν οι μεγαλύτερες πολιτικές δυνάμεις.

Εν αρχή ην το success story, που επιχειρεί να οικοδομήσει η κυβέρνηση και στηρίζεται στη (στατιστική) μείωση της ανεργίας. Αυτήν έρχεται να την αποδομήσει ο ευρωπαίος κεντρικός τραπεζίτης, αλλά και τα ελληνικά στατιστικά στοιχεία, που λένε ότι η μείωση οφείλεται, κυρίως, στις ευέλικτες μορφές απασχόλησης, οι οποίες έχουν γίνει επιδημία τα τελευταία χρόνια της κρίσης.

Και να ήταν μόνο αυτό. Τα πιο πρόσφατα στοιχεία επιβεβαιώνουν...