«Γιατί δεν στηρίζετε την κυβέρνηση;» ήταν η
φράση που εκστόμισε (σε δεύτερο πληθυντικό, αναφερόμενος προφανώς γενικά
στα ΜΜΕ και τους δημοσιογράφους) σε συνέντευξή του στον ΣΚΑΪ ο υπουργός
Εσωτερικών Παναγιώτης Κουρουμπλής
Tης Δέσποινας Παπαγεωργίου
Ως απάντηση σε καθ' αυτό το ερώτημα του υπουργού στον Γιώργο Αυτιά (αν και δεν εξετάζουμε εδώ σε ποιο κανάλι και σε ποιον δημοσιογράφο το απηύθυνε) θα άρμοζε το ομηρικό: «Ποίον σε έπος φύγεν έρκος οδόντων;». Διότι, ναι μεν υπάρχουν δημοσιογραφούντες σε «διατεταγμένη υπηρεσία» (βλέπε «pay rolls»), που, υποδυόμενοι τους δημοσιογράφους, στηρίζουν την τάδε ή τη δείνα κυβέρνηση, τα τάδε ή τα δείνα κατεστημένα συμφέροντα, ηαποστολή όμως κάθε δημοσιογράφου, σε κάθε εποχή, είναι -εξ ορισμού- ακριβώς το αντίθετο από το να «στηρίζει την (όποια) κυβέρνηση».
Κι επειδή στο σημείο της πολιτισμικής παρακμής που έχουμε εκπέσει, αυτονόητα δεν υπάρχουν, ας διηγηθούμε μια μικρή ιστορία. Ήταν καλοκαίρι του 1944, και η Εβραία Χάνα Χαάς, μαζί με άλλες αιχμαλώτους, μεταφέρονταν με αμαξοστοιχία για ζωοειδή στο στρατόπεδο συγκέντρωσης Μπέργκεν Μπέλσεν. Το τρένο, που ξεκίνησε από τη Γιουγκοσλαβία, είχε κάνει δέκα ημέρες να φθάσει στον προορισμό του. Οι γυναίκες ήταν όλες άρρωστες – και μερικές, ετοιμοθάνατες. Όταν κατεβήκαν και καθώς περπατούσαν μέχρι το στρατόπεδο, κάποιες Γερμανίδες στέκονταν εκεί, παραδίπλα, και απλώς κοιτούσαν• κοιτούσαν το θλιβερό κομβόι των εξαθλιωμένων, χωρίς να κάνουν τίποτα.
Αυτό το περιστατικό ανακαλεί πάντοτε από τη ζωή της Χάνας, της μητέρας της, η κορυφαία Ισραηλινή δημοσιογράφος της «Ha'aretz» Αμίρα Χαάς, όταν καλείται να εξηγήσει πώς αντιλαμβάνεται το λειτούργημά της. Η Αμίρα μεγάλωσε –εξομολογείται- στοιχειωμένη από έναν βασικό φόβο: να μη γίνει σαν και εκείνες τις Γερμανίδες• να μη γίνει ποτέ η «απαθής παρατηρητής». Έτσι, η Αμίρα Χαάς δεν δίστασε να μείνει για μεγάλο χρονικό διάστημα στηΛωρίδα της Γάζας, προκειμένου να βιώσει, να κατανοήσει και να δημοσιοποιήσει τα όσα συμβαίνουν στη χαρακτηρισμένη ως «πιο πολυπληθή φυλακή του κόσμου». Έμεινε και στη Ραμάλα. Η δημοσιογράφος κατέγραφε και καταγράφει με μάτι άγρυπνο τα όσα οι Παλαιστίνιοι υποφέρουν από τη δύναμη κατοχής – που, στην προκειμένη περίπτωση, είναι η χώρα καταγωγής της: το Ισραήλ.
Σε συνέντευξή της στον βετεράνο Βρετανό δημοσιογράφο της «Independent» Ρόμπερτ Φισκ (14/3/2014), η Χαάς, λοιπόν, καταλήγει: «Υπάρχει μια εσφαλμένη αντίληψη ότι οι δημοσιογράφοι μπορούν να είναι αντικειμενικοί (…) Δεν είναι το ίδιο πράγμα να είσαι δίκαιος και να είσαι αντικειμενικός. Η πραγματική αποστολή της δημοσιογραφίας είναι να ελέγχει την εξουσία – και τα κέντρα εξουσίας».
Όχι τίποτε άλλο, μήπως και λυθεί η εξωφρενική «απορία» του υπουργού…
Δέσποινα Παπαγεωργίου
Ως απάντηση σε καθ' αυτό το ερώτημα του υπουργού στον Γιώργο Αυτιά (αν και δεν εξετάζουμε εδώ σε ποιο κανάλι και σε ποιον δημοσιογράφο το απηύθυνε) θα άρμοζε το ομηρικό: «Ποίον σε έπος φύγεν έρκος οδόντων;». Διότι, ναι μεν υπάρχουν δημοσιογραφούντες σε «διατεταγμένη υπηρεσία» (βλέπε «pay rolls»), που, υποδυόμενοι τους δημοσιογράφους, στηρίζουν την τάδε ή τη δείνα κυβέρνηση, τα τάδε ή τα δείνα κατεστημένα συμφέροντα, ηαποστολή όμως κάθε δημοσιογράφου, σε κάθε εποχή, είναι -εξ ορισμού- ακριβώς το αντίθετο από το να «στηρίζει την (όποια) κυβέρνηση».
Κι επειδή στο σημείο της πολιτισμικής παρακμής που έχουμε εκπέσει, αυτονόητα δεν υπάρχουν, ας διηγηθούμε μια μικρή ιστορία. Ήταν καλοκαίρι του 1944, και η Εβραία Χάνα Χαάς, μαζί με άλλες αιχμαλώτους, μεταφέρονταν με αμαξοστοιχία για ζωοειδή στο στρατόπεδο συγκέντρωσης Μπέργκεν Μπέλσεν. Το τρένο, που ξεκίνησε από τη Γιουγκοσλαβία, είχε κάνει δέκα ημέρες να φθάσει στον προορισμό του. Οι γυναίκες ήταν όλες άρρωστες – και μερικές, ετοιμοθάνατες. Όταν κατεβήκαν και καθώς περπατούσαν μέχρι το στρατόπεδο, κάποιες Γερμανίδες στέκονταν εκεί, παραδίπλα, και απλώς κοιτούσαν• κοιτούσαν το θλιβερό κομβόι των εξαθλιωμένων, χωρίς να κάνουν τίποτα.
Αυτό το περιστατικό ανακαλεί πάντοτε από τη ζωή της Χάνας, της μητέρας της, η κορυφαία Ισραηλινή δημοσιογράφος της «Ha'aretz» Αμίρα Χαάς, όταν καλείται να εξηγήσει πώς αντιλαμβάνεται το λειτούργημά της. Η Αμίρα μεγάλωσε –εξομολογείται- στοιχειωμένη από έναν βασικό φόβο: να μη γίνει σαν και εκείνες τις Γερμανίδες• να μη γίνει ποτέ η «απαθής παρατηρητής». Έτσι, η Αμίρα Χαάς δεν δίστασε να μείνει για μεγάλο χρονικό διάστημα στηΛωρίδα της Γάζας, προκειμένου να βιώσει, να κατανοήσει και να δημοσιοποιήσει τα όσα συμβαίνουν στη χαρακτηρισμένη ως «πιο πολυπληθή φυλακή του κόσμου». Έμεινε και στη Ραμάλα. Η δημοσιογράφος κατέγραφε και καταγράφει με μάτι άγρυπνο τα όσα οι Παλαιστίνιοι υποφέρουν από τη δύναμη κατοχής – που, στην προκειμένη περίπτωση, είναι η χώρα καταγωγής της: το Ισραήλ.
Σε συνέντευξή της στον βετεράνο Βρετανό δημοσιογράφο της «Independent» Ρόμπερτ Φισκ (14/3/2014), η Χαάς, λοιπόν, καταλήγει: «Υπάρχει μια εσφαλμένη αντίληψη ότι οι δημοσιογράφοι μπορούν να είναι αντικειμενικοί (…) Δεν είναι το ίδιο πράγμα να είσαι δίκαιος και να είσαι αντικειμενικός. Η πραγματική αποστολή της δημοσιογραφίας είναι να ελέγχει την εξουσία – και τα κέντρα εξουσίας».
Όχι τίποτε άλλο, μήπως και λυθεί η εξωφρενική «απορία» του υπουργού…
Δέσποινα Παπαγεωργίου