Τον Σάκη Μπουλά δεν τον γνώρισα, ούτε ξέρω πολλά πράγματα γι’ αυτόν. Αν
υποθέσουμε, δηλαδή, πως μπορείς να πεις ότι δεν ξέρεις πολλά για κάποιον
που σ’ έχει επισκεφτεί άπειρες φορές στο ίδιο σου το σαλόνι. Μπορείς
εύκολα να πεις ότι δεν ξέρεις πολλά για τον Γιάννη Γκιωνάκη, για τον
Βασίλη Αυλωνίτη, για τον Γιάννη Βογιατζή;
Αν και δεν ξέρω λοιπόν πολλά για τον Μπουλά, κρατάω ωστόσο αχνά στη μνήμη μου τον απόηχο από τα πρώτα του βήματα. Δεν ήταν πολύ πιο μεγάλος από μένα ο εκλιπών, κι αυτό έχει τη σημασία του ως προς την απόφαση να καταγράψω αυτές τις σκέψεις. Θυμάμαι λοιπόν στα τέλη της δεκαετίας του ’70 να εμφανίζεται ένας τύπος με πλούσια και ενδιαφέρουσα φωνή, ένας τραγουδιστής με ευδιάκριτο ροκ προφίλ, ποιοτικός, πολιτικά ανήσυχος, παρών σε πολλά αξιοσημείωτα πρότζεκτ: Μικρούτσικος/πολιτικά τραγούδια, Σούσουρο/ελληνικό ροκ, Σαββόπουλος/Αχαρνής.
Αργότερα χάνω την επαφή, αλλά βέβαια ο Μπουλάς έρχεται μόνος του και με ξαναβρίσκει μέσα από μια μακρά παρέλαση τηλεοπτικών σειρών αλλά και τις επαναλήψεις τους, ακόμα και τις επαναλήψεις των επαναλήψεών τους, εσχάτως δε και με μια σειρά διαφημιστικά σποτ, επιτυχημένα μεν, σε εκνευριστικό βαθμό επαναλαμβανόμενα δε. Κάπως έτσι φθείρεται σταδιακά ο καλλιτέχνης, με τον τρόπο που μονάχα η τηλεόραση, αυτή η μηχανή του κιμά, μπορεί να φθείρει όσους υπερκαταναλώνει, για να μη μιλήσουμε για όσους την υπερκαταναλώνουν - αλλά δεν είναι αυτό το θέμα μας σήμερα, ή μήπως είναι κι αυτό;
Δεν μιλάω μόνο για τον Μπουλά, μιλάω για όλους μας, για όλη αυτή τη δήθεν ευδαιμονία που μας πήρε από κάτω, για ...
Αν και δεν ξέρω λοιπόν πολλά για τον Μπουλά, κρατάω ωστόσο αχνά στη μνήμη μου τον απόηχο από τα πρώτα του βήματα. Δεν ήταν πολύ πιο μεγάλος από μένα ο εκλιπών, κι αυτό έχει τη σημασία του ως προς την απόφαση να καταγράψω αυτές τις σκέψεις. Θυμάμαι λοιπόν στα τέλη της δεκαετίας του ’70 να εμφανίζεται ένας τύπος με πλούσια και ενδιαφέρουσα φωνή, ένας τραγουδιστής με ευδιάκριτο ροκ προφίλ, ποιοτικός, πολιτικά ανήσυχος, παρών σε πολλά αξιοσημείωτα πρότζεκτ: Μικρούτσικος/πολιτικά τραγούδια, Σούσουρο/ελληνικό ροκ, Σαββόπουλος/Αχαρνής.
Αργότερα χάνω την επαφή, αλλά βέβαια ο Μπουλάς έρχεται μόνος του και με ξαναβρίσκει μέσα από μια μακρά παρέλαση τηλεοπτικών σειρών αλλά και τις επαναλήψεις τους, ακόμα και τις επαναλήψεις των επαναλήψεών τους, εσχάτως δε και με μια σειρά διαφημιστικά σποτ, επιτυχημένα μεν, σε εκνευριστικό βαθμό επαναλαμβανόμενα δε. Κάπως έτσι φθείρεται σταδιακά ο καλλιτέχνης, με τον τρόπο που μονάχα η τηλεόραση, αυτή η μηχανή του κιμά, μπορεί να φθείρει όσους υπερκαταναλώνει, για να μη μιλήσουμε για όσους την υπερκαταναλώνουν - αλλά δεν είναι αυτό το θέμα μας σήμερα, ή μήπως είναι κι αυτό;
Δεν μιλάω μόνο για τον Μπουλά, μιλάω για όλους μας, για όλη αυτή τη δήθεν ευδαιμονία που μας πήρε από κάτω, για ...