Δευτέρα 31 Αυγούστου 2015

Ο γρίφος της δραχμής (άρθρο τού καθ. Δημήτρη Μάρδα)

Ο γρίφος της δραχμής

Η συζήτηση για ευρώ ή δραχμή εύλογα αρχίζει να ξαναφουντώνει παραμονές εκλογών. Αιχμή του δόρατος της συζήτησης είναι ένα σύνολο απόψεων, διάσπαρτων σε όλα τα κόμματα, που υποστηρίζουν ότι η επιστροφή στη δραχμή θα φέρει...
την ανάσταση της Ελληνικής οικονομίας
Εδώ αρχικά αξίζει να σημειωθεί το εξής. Η ένταξη στο ευρώ αποτελεί μια αμετάκλητη κατάσταση κάθε κράτους-μέλους. Η Συνθήκη της Λισσαβώνας δεν προβλέπει την έξοδο από την Ευρωζώνη. Το μόνο που προβλέπει είναι η έξοδος ενός κράτους-μέλους από την Ε.Ε. με δική του πρωτοβουλία (άρθρο 50). Η έξοδος από το ευρώ δεν συνεπάγεται και έξοδο από την Ε.Ε., σύμφωνα με την επικρατούσα άποψη.
Μια δεύτερη όμως ανάγνωση της Συνθήκης της Λισσαβώνας μπορεί να οδηγήσει στη διπλή έξοδο τόσο λοιπόν από το ευρώ όσο και από την Ε.Ε. Αυτό προκύπτει από έναν συνδυασμό άρθρων της Συνθήκης και πιο συγκεκριμένα των άρθρων κυρίως 122 και 50.
Σύμφωνα με τα συγκεκριμένα άρθρα, μπορεί να γίνει «τράμπα» ανάμεσα στη γενναία χρηματοδοτική βοήθεια που θα χρειαστεί η Ελλάδα αν αποχωρήσει από το ευρώ και στον εξαναγκασμό της για έξοδο από την Ε.Ε.
Με την επιστροφή στη δραχμή οι αυτονόητες μεταρρυθμίσεις θα εγκαταλειφθούν. Ο βασικός λόγος για την επιστροφή στη δραχμή είναι η αύξηση των δαπανών του κρατικού προϋπολογισμού, για να καλυφθούν οι κάθε μορφής ανάγκες. Έτσι θα λειτουργήσει ανεξέλεγκτα ο κρατικός προϋπολογισμός οδηγώντας σε μια δημοσιονομική χαλάρωση στο όνομα της βελτίωσης της ρευστότητας.
Δημοσιονομικά ελλείμματα και πληθωρισμός εύλογα θα αυξήσουν την αβεβαιότητα της ελληνικής οικονομίας, μη παρέχοντας από την άλλη εγγυήσεις για ανάπτυξη και βελτίωση της ανταγωνιστικότητας. Το παρελθόν της φθηνής δραχμής αποδεικνύει τα ανωτέρω.
Για όσους γνωρίζουν στοιχειώδη διεθνή μακροοικονομικά, η αβεβαιότητα που επικρατεί σε μια εθνική οικονομία οδηγεί σε προσδοκία μεγάλης υποτίμησης του εθνικού νομίσματος, με αποτέλεσμα να τίθενται σε λειτουργία οι ονομαζόμενες «αυτοεκπληρούμενες προφητείες» και η πραγματική αξία του νομίσματος να κατακρημνίζεται. Έτσι, η αβεβαιότητα ως προς τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας είναι πολύ μεγάλη.
Υποστηρίζεται ότι με την επιστροφή στη δραχμή θα έχουμε ανάπτυξη, καθώς το κράτος θα δημιουργεί όσο χρήμα χρειάζεται για τη χρηματοδότηση των επενδύσεων. Από την εμπειρία της δραχμής οδηγούμαστε στο ακόλουθο απτό συμπέρασμα. Ουδέποτε, επί δραχμής απαξιούμενης λόγω της υφέρπουσας αβεβαιότητας, κατέγραψε η ελληνική οικονομία ισχυρούς ρυθμούς ανάπτυξης.
Τόσο η ανάπτυξη όσο και η βελτίωση της ανταγωνιστικής θέσης μιας οικονομίας και ιδιαίτερα η αύξηση των εξαγωγών εξαρτώνται αποκλειστικά από ένα σύνολο παραγόντων (παραγωγικότητα, τεχνολογία, ανθρώπινο κεφάλαιο κ.λπ.) που δεν έχουν σχέση με το νόμισμα. Το νόμισμα απλά καλείται να διορθώσει βραχυχρόνιες ανισορροπίες που παρατηρούνται στις εξωτερικές μας εμπορικές σχέσεις.
Χώρες ανοικτές σε εισαγωγές, που στηρίχθηκαν στην υποτίμηση του εθνικού νομίσματος, το μόνο που κατάφεραν είναι, μέσω του εισαγόμενου πληθωρισμού, να μειώσουν το βιοτικό επίπεδο των εργαζομένων και να μεταφέρουν πλούτο στους κερδοσκόπους και την εγχώρια ολιγαρχία.
Μόνο μια άλλη πολιτική, που θα οδηγήσει στην επανεκκίνηση της οικονομίας μέσω ανατροπών, μπορεί να απαλύνει τις δυσμενείς επιπτώσεις της πρόσφατης συμφωνίας. Και όλα αυτά μπορούν να γίνουν στο υφιστάμενο πλαίσιο, χωρίς να παραβιάζονται οι όροι της συμφωνίας και να θίγεται η αξιοπιστία της χώρας, κάτι που δοκιμάστηκε σοβαρά από το 2010 και μετά.

* Ο Δημήτρης Μάρδας είναι τέως αν. υπουργός Οικονομικών και καθηγητής Οικονομικών στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο
από avgi.gr

Πολιτική(-οί) & ψεύδος

Ενας «στρατός] από κούκλες Πινόκιο
Οπως έγραψε αρχαίος στοχαστής: Ο λαός θέλει να ακούει λόγια κολακευτικά, λόγια παρηγορητικά, εξυψωτικά της προέλευσης και της οιονεί μοναδικότητάς του.

Η πολιτική είναι η τέχνη της ψευδολογίας- Βολταίρος
Λένε οι πολιτικοί ψέματα, κι αν ναι, γιατί; Το ερώτημα φαντάζει αφελές για τους αφελείς και ανυποψίαστους. Στο πρώτο σκέλος της ερώτησης δεν χρειάζεται κανείς να ’ναι φιλόσοφος και ιστορικός της επιστήμης για ν’ απαντήσει καταφατικά. Αρκεί να ανατρέξει στις δέλτους της Ιστορίας…
Οι ειδικοί «αναλυτές» έχουν καταλήξει σε κάποια ενδιαφέροντα συμπεράσματα, που αξίζει τον κόπο να τα λάβουμε υπόψη μας σοβαρά, ιδιαίτερα εδώ στη χώρα μας, τη χώρα των διπλών ή μάλλον των πολλαπλών εναλλασσόμενων ταχυτήτων.
Κατ’ αρχάς οι πολιτικοί λένε ψέματα, συνειδητά, γιατί κι αυτοί είναι άνθρωποι, σαν τους άλλους, κοινούς ανθρώπους, προερχόμενοι από διάφορα κοινωνικά στρώματα, εθισμένοι από τα γεννοφάσκια τους στο ψέμα των μεγαλύτερων και στην περιρρέουσα ατμόσφαιρα του ψεύδους.
Σύμφωνα με μια έρευνα, το 60% των ανθρώπων λένε ένα ψέμα κατά τη διάρκεια μιας δεκάλεπτης συνομιλίας, παρά το γεγονός ότι το ψέμα επιβαρύνει το μυαλό και μας βάζει να σκεφτόμαστε αφ’ ενός πώς θα είναι πειστικό, αφ’ ετέρου να μην αποκαλυφθεί αργότερα ή πέσουμε σε αντιφάσεις.
Ετσι, οι πολιτικοί ψεύδονται, γιατί πολλοί απ’ αυτούς πάσχουν ηθελημένα από ηθικό αμοραλισμό. Δεν είναι ηθικά καλύτεροι από τον μέσο πολίτη που επιθυμεί γρήγορο πλουτισμό και τον τρυφηλό βίο per fas et nefas.
Δεύτερον: Οι πολιτικοί λένε ψέματα στους ψηφοφόρους τους για λόγους δημαγωγικούς γιατί αυτό θέλουν να ακούσουν οι πολίτες κι αυτά τους σερβίρουν.
Οπως έλεγε ο Τζόναθαν Σουίφτ στο βιβλίο του «Περί της τέχνης της πολιτικής ψευδολογίας»: «Η ψευδολογία είναι η τέχνη να κάνεις τον λαό να πιστεύει ευεργετικά ψεύδη και να το κάνεις για καλό σκοπό!».
Τρίτον: Λένε ψέματα οι πολιτικοί, διότι αυτός είναι ο πιο αποδοτικός τρόπος ανταγωνισμού στην πολιτική κονίστρα, αφού οι πολιτικοί τους αντίπαλοι μετέρχονται και αυτοί το ψεύδος.
Τέταρτον: Οι πολιτικοί ψεύδονται, ενίοτε, πέφτοντας θύματα πλάνης ή αυταπάτης, υπερεκτιμώντας τις δυνάμεις και τις δυνατότητές τους να πραγματοποιήσουν πολλά απ’ αυτά που υπόσχονται.
Πέμπτον: Οι πολιτικοί λένε ψέματα στον λαό, γιατί εν πολλοίς επενδύουν στην έλλειψη μνήμης και κρίσης των ψηφοφόρων.
Εκτον: Οι πολιτικοί ψεύδονται, γιατί έτσι διατηρείται το πελατειακό κράτος που τους στηρίζει. Διότι, για να λέει κάποιος ψέματα και να συνεχίζει να επιβιώνει, πρέπει να υπάρχουν και «ευήκοα ώτα» που να αποδέχονται τα ψέματα αυτά και να ευχαριστιούνται μ’ αυτά.
Οπως έγραψε αρχαίος στοχαστής: Ο λαός θέλει να ακούει λόγια κολακευτικά, λόγια παρηγορητικά, εξυψωτικά της προέλευσης και της οιονεί μοναδικότητάς του. Αλίμονο στον πολιτικό που δεν κολακεύει τον λαό!
Βέβαια, απαραίτητο είναι να διευκρινιστεί ότι το ψέμα έχει διάφορες διαβαθμίσεις και αποχρώσεις, όπως: ανακρίβειες, αποσιώπηση, παράλειψη, ξύλινη ακατανόητη γλώσσα, μεγαλοστομίες ή κοινοτοπίες, που όλες αυτές τις μεθόδους χρησιμοποιούν οι πολιτικοί παγκοσμίως και ιδιαίτερα στη χώρα μας.
Συνεπώς, αν δεν αλλάξει η «ανθρώπινη φύση», όπως έλεγε ο Θουκυδίδης, πολιτικοί, πολιτευόμενοι και πολίτες θα συνεχίσουν να ψεύδονται και να αλληλοδιαψεύδονται πλανώντες εαυτούς και αλλήλους, γιατί έτσι θέλουν, έτσι τους αρέσει, θέλουν να λένε και ν’ ακούνε λόγια απατηλά για να επιβιώνουν οι πανούργοι και να παρηγοριούνται οι αφελείς, γιατί η ελπίδα πάντα πεθαίνει τελευταία και γιατί η ψευδολογία είναι το κατ’ εξοχήν μέσον, το κατ’ εξοχήν εργαλείο της πολιτικής, τουλάχιστον σήμερα στην εποχή μας, την εποχή του ψεύδους, όπως τη χαρακτήρισε ο νομπελίστας Ζοζέ Σαραμάγκου.
*επ. δικηγόρος-συγγραφέας, Θεσσαλονίκη

Άρθρο τού καθ. Γιάννη Πανούση στή χθεσινή "ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ"

ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΟΥΣΗΣ*

    De profundis


Από τότε που διορίστηκα
ταξιθέτης του χάους
δεν προλαβαίνω να ασχοληθώ
καθόλου με την ποίηση.


ΖΑΧΑΡΙΑΣ ΣΤΟΥΦΗΣ, «Η ταξιθέτρια του χάους»

Θα μου επιτρέψετε να καταθέσω κάποιες σκέψεις (συν ένα υστερόγραφο) για την απόφασή μου να μην είμαι υποψήφιος στις επικείμενες εκλογές.
Δεν αισθάνθηκα ποτέ ότι ανήκω στους (αυτοαναγορευόμενους) «σωτήρες του Εθνους». Πάντοτε προσπαθούσα να εκπληρώνω το χρέος προς την Πατρίδα και την κοινωνία ως πολίτης και όχι ως αξιωματούχος. Αν και πρέπει ν’ αναγνωρίζουμε δημόσια την προσωπικότητα και την ικανότητα πολλών δημόσιων λειτουργών, εξακολουθώ να πιστεύω ότι η αξία κάποιου μπορεί να δώσει καρπούς χωρίς αξιώματα (και ιδίως χωρίς προνόμια). Ποτέ άλλωστε το αξίωμα δεν «νομιμοποιούσε» για μεγάλο χρονικό διάστημα την αξία του φορέα.

Αν έτσι έχουν τα πράγματα, τότε κάθε θεσμός (όπως και η Βουλή) πρέπει κατά τακτά χρονικά διαστήματα να «αναπνέει». Με άλλα λόγια να ανανεώνονται με όλους τους δυνατούς τρόπους (πρόσωπα, διαδικασίες, λειτουργίες). Σε σχέση με τους βουλευτές εμμένω στις απόψεις που έχω πολλές φορές διατυπώσει:

α. Οι βουλευτές να μην έχουν ειδική αποζημίωση αλλά να εισπράττουν τον μισθό τους παρέχοντας σχετικές υπηρεσίες ή ν’ ασκούν το επάγγελμά τους. Μόνον έξοδα παράστασης μέχρι 500 ευρώ τον μήνα επιτρέπονται όταν δικαιολογούνται (παρίστανται δηλαδή καθημερινά στις συνεδριάσεις της Βουλής).

β. Οι βουλευτές να μη συνταξιοδοτούνται από τη Βουλή αλλά...

Δραχμή: μια εύκολη, αλλά αδιέξοδη επιλογή

Δραχμές

Τι σημαίνει πράγματι η επιστροφή στη δραχμή; Γιατί μόνο εμείς από τους 19 εταίρους μας, που συμμετέχουν στο ευρώ, επιζητούμε αυτήν τη λύση; Γιατί 141 χώρες σε σύνολο 187 επιδιώκουν τη σταθερότητα της ισοτιμίας του νομίσματός τους, ενώ οι δραχμιστές γοητεύονται από την κατακρήμνιση της δραχμής;
Μήπως επιλέγουμε μια εύκολη λύση, που λύνει απλά προβλήματα στη βραχυπρόθεσμη περίοδο, χωρίς να βλέπει τι θα συμβεί στο μέλλον;
Μήπως η δραχμή είναι ένα βολικό εργαλείο στα χέρια πολιτικών, που θέλουν να νεκραναστήσουν το μη ενάρετο κράτος της πολιτικής τους πελατείας;
Αν η απάντηση στα δύο τελευταία ερωτήματα είναι καταφατική, ο τίτλος που θα άρμοζε σε αυτό το άρθρο θα ήταν ο ακόλουθος: «Δραχμή, μια τεμπέλικη λύση για ένα λαό που εργάζεται σαν σκυλί!».
Αναλυτικότερα, επιστροφή στη δραχμή σημαίνει ότι...