Εστω και αργοπορημένα, ο υπερόπτης μεγιστάνας, «πνευματικός» χορηγός της απανταχού Ακροδεξιάς, κατανοήθηκε ως αυτό που όντως είναι: επικίνδυνος για τον πλανήτη, για την κοινωνία (οι χιλιάδες νεκροί της πανδημίας μιλούν εκ του τάφου), για τα λείψανα έστω ηθικής και πολιτισμού που διασώζει η πολιτική. Ετσι εξηγείται η ένταση των μετεκλογικών πανηγυρισμών, και όχι σε συνάρτηση με τις λιγοστές ελπίδες που ενέπνευσε το χλωμό «όραμα» του Τζο Μπάιντεν. Ενός πολιτικού που μετρήθηκε και ζυγίστηκε επί δεκαετίες, και από τον οποίο ούτε οι πιο παθιασμένοι ψηφοφόροι του δεν θα περίμεναν οτιδήποτε συναρπαστικά καινούργιο. Δεν νίκησαν δα οι σοσιαλιστές, όπως επέμενε ο Τραμπ ότι θα συμβεί, αν έχανε το σκήπτρο.
Επί του παρόντος, και όσον αφορά τον πλανήτη, ηχεί παρήγορα η δήλωση του νέου προέδρου πως οι ΗΠΑ θα επιστρέψουν στη συνθήκη του Παρισιού για την κλιματική αλλαγή. Αν δεν αποδεχτεί την ευθύνη της η χώρα που πρωταγωνιστεί στη φθορά του περιβάλλοντος, το Χόλιγουντ δεν θα έχει ανάγκη σεναριογράφων ειδικευμένων σε ταινίες οικοκαταστροφής. Θα στέλνει απλώς τα ιπτάμενα συνεργεία του στην Αρκτική και στην Ανταρκτική.
Οσον αφορά τη χώρα μας, η πείρα διδάσκει ότι περιττεύει ο ελλαδοκεντρικός ενθουσιασμός. Μπορεί προ ετών ο Τζο Μπάιντεν να δήλωσε «επίτιμος Ελληνας» διαρκείας, μια υπερδύναμη όμως ασκεί την εξωτερική της πολιτική ρεαλιστικά, όχι λυρικά. Και ο Μάικλ Δουκάκης αν είχε κατορθώσει να εκλεγεί πρόεδρος το 1988, ως Αμερικανός θα πολιτευόταν, όχι ως Ελληνας ή Ελληνοαμερικανός. Φέτος, άλλωστε, είδαμε καθαρότερα από ποτέ πως οι ομογενείς ψηφίζουν με κριτήρια αμερικανικά, όχι ελληνοαμερικανικά. Οι στενές σχέσεις Τραμπ – Ερντογάν, θεμελιωμένες σε προσωπικά συμφέροντα και στην κοινή τους απέχθεια για τη δημοκρατία, δεν εμπόδισαν την ομογένεια να ταχθεί πλειοψηφικά υπέρ ενός παιδαριωδώς νάρκισσου που ακόμα δεν λέει να παραδεχτεί πως δεν είναι ο ανίκητος Σούπερμαν. Θα λέγαμε «μωραίνει Κύριος», αν δεν ξέραμε ότι ο Τραμπ θεωρεί ένοικο του Πύργου του ακόμα και τον Θεό.