Το σύνολο των καθημερινών εφημερίδων σήμερα δεν πωλούν ούτε το 20% των φύλλων που πωλούσαν πριν από λίγα χρόνια. Για μερικές εφημερίδες οι χαμηλές κυκλοφορίες δημιουργούν ζήτημα επιβίωσης, για ορισμένες γεννούν ερωτήματα για το πώς επιβιώνουν και γιατί τελικά συνεχίζουν να εκδίδονται. Αυτή είναι η ωμή αλήθεια.
Τα μέτρα ενίσχυσης του Τύπου με το ποσό των περίπου εφτά εκατομμυρίων ευρώ, που είχε δρομολογήσει η προηγούμενη κυβέρνηση και εφάρμοσε η τωρινή, τροποποιώντας τις προϋποθέσεις, φυσικά δεν επρόκειτο να σώσουν τις εφημερίδες. Ηταν ωστόσο μια ελάχιστη ανακούφιση, ένας στοιχειώδης συμβολισμός της μέριμνας που οφείλει η πολιτεία, ώστε ο Τύπος να παίξει τον θεσμικό ρόλο του στο πλαίσιο της δημοκρατικής λειτουργίας.
Γνωρίζουμε πολύ καλά ότι τόσο το κράτος όσο και τα ιδιωτικά συμφέροντα, στο κοντινό παρελθόν, είχαν τρόπο να εξαγοράζουν τη «φιλία», τη στήριξη ή τη σιωπή του Τύπου, με μοχλό τις διαφημίσεις και τα έσοδα από αυτές, που ήταν πολλαπλάσια των εσόδων από την κυκλοφορία.
Τώρα, είμαστε αντιμέτωποι με μια φτηνή απόπειρα αναβίωσης της πελατειακής σχέσης του κράτους με τον Τύπο. Η κυβέρνηση πήρε μια ρύθμιση που προέβλεπε ορισμένα αντικειμενικά κριτήρια για την κατανομή της συμβολικής ενίσχυσης του Τύπου και τη μετέτρεψε σε έναν τραγέλαφο εξυπηρέτησης... κάθε πικραμένου.
Μια απλή ανάγνωση των εφημερίδων που κρίθηκαν δικαιούχοι της επιδότησης με ποσό 200.000 ευρώ αρκεί για να καταλάβει κανείς γιατί η κυβέρνηση άλλαξε τις προϋποθέσεις υπαγωγής. Αίφνης, δικαιούχοι αναδείχθηκαν από λαθρόβια έντυπα, που το πρωτοσέλιδό τους κάθε μέρα παραβιάζει τον... μισό ποινικό κώδικα, μέχρι έντυπα προώθησης του τζόγου.
Η αντίδραση της αντιπολίτευσης και όσων εφημερίδων στηλίτευσαν την απόφαση - φιάσκο είναι απόλυτα ορθή. Η κυβέρνηση σε συνεργασία με τα κόμματα έχουν σήμερα την ευκαιρία να συνδιαμορφώσουν δίκαιους και ξεκάθαρους κανόνες στήριξης του Τύπου. Σήμερα, με τη συμβολική επιδότηση των λίγων χιλιάδων ευρώ. Αύριο, με ουσιαστικά μέτρα εξυγίανσης και αποκατάστασης της αξιοπιστίας του...