ΚΩΣΤΑΣ ΚΑΛΛΙΤΣΗΣ
Στέκομαι στο βασικό: Το ελληνικό
πρόγραμμα λήγει στο τέλος Ιουνίου 2018. Τότε, η χώρα θα πρέπει να μπορεί
να αντλήσει από τις διεθνείς αγορές κεφάλαια για το σύνολο των
χρηματοδοτικών αναγκών της. Αν αυτή η ικανότητά της δεν είναι
διασφαλισμένη, θα αναγκαστεί να ζητήσει πιστωτική γραμμή από την τρόικα,
ως δίχτυ ασφαλείας – αν κάτι «στραβώσει». Δεν θα της δοθεί εν λευκώ,
αλλά με σύναψη νέου μνημονίου.
Αν θέλουμε να τελειώσουμε με τα μνημόνια, θα πρέπει να αρχίσουμε να
βγαίνουμε στις αγορές σταδιακά εντός του 2017, με ομόλογα με
διαφορετικές διάρκειες, χτίζοντας μια πλήρη καμπύλη επιτοκίων με την
έκδοση νέων προϊόντων, συστηματικά. Με άλλα λόγια, αν και ο Ιούλιος 2018
ημερολογιακά είναι σε 20 μήνες, οικονομικά είναι αύριο.
Ας
υποθέσουμε ότι δεν προκύπτουν αρνητικές εκπλήξεις, π.χ. ένα πισωγύρισμα
στην Πορτογαλία, μια μεγάλη αναστάτωση από τη χρεοκοπία μιας γερμανικής
τράπεζας, ένα εθνικιστικό φούντωμα στις επικείμενες αναμετρήσεις σε
Ιταλία φέτος, Ολλανδία, Γαλλία και Γερμανία το 2018. Για να βγούμε στις
αγορές χρειαζόμαστε δύο πιστοποιητικά εμπιστοσύνης. (α) Από το ΔΝΤ –που,
αν τίποτα δεν μεσολαβήσει και συνεχίσει να εκτιμά ότι το χρέος μας δεν
θα είναι βιώσιμο, κανείς ιδιώτης δεν θα ρισκάρει να μας δανείσει. (β)
Από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα: Αν η ΕΚΤ, που διαθέτει 80 δισ.
ευρώ/μήνα για αγορές ομολόγων, δεν μας εντάξει στο πρόγραμμα ποσοτικής
χαλάρωσης (αν, δηλαδή, δεν δείξει ότι εμπιστεύεται τα ελληνικά ομόλογα)
γιατί, άραγε, θα τα εμπιστευθεί ένα fund που τα κεφάλαιά του είναι
λιγότερα από τις δικές της μηνιαίες αγορές;
Για να έχουμε πιθανότητες, πρέπει να τρέξουμε. Η αντιπολίτευση θα
όφειλε να βοηθήσει σε αυτό, ασκώντας εύλογη και αυστηρή...