ΜΕΧΡΙ
την εμφάνιση των πετρελαιοκίνητων καϊκιών, κάτι που διαδόθηκε ευρύτερα
στα ελληνικά πελάγη μόλις από τα μέσα του περασμένου αιώνα, όλα τα
εμπορικά, αλιευτικά, σπογγαλιευτικά και επιβατικά πλοιάρια που αρμένιζαν
το Αιγαίο, το Ιόνιο, τη θάλασσα της Κρήτης, κινούνταν με τον άνεμο.
Ο
Αίολος αποφάσιζε πότε θα φούσκωναν τα πανιά των τρεχαντηριών, των
καραβόσκαρων, των περαμάτων. Ο Πουνέντε, ο Γαρμπής, ο Λεβάντες, ο
Γρέγος, η Τραμουντάνα, η Οστρια, ο Σορόκος όριζαν πώς και πότε θα έφτανε
το τσερνίκι, ο βαρκαλάς, η γάιτα. Ενας τύπος σκάφους που αξίζει να μνημονεύσουμε επειδή είναι και πιο άγνωστος στους πολλούς, είναι το Πέραμα: πρόκειται για μία ιδιότυπη κατηγορία της ναυτικής παραδοσιακής τέχνης. Τα περάματα ήταν άλλοτε πολύ φαρδιά και άλλοτε πολύ στενά σαν σκαριά. Η στενότερη κατασκευή είχε να κάνει με τη μεγαλύτερη ταχύτητα κατά την πλεύση και η φαρδύτερη εξυπηρετούσε την αποθήκευση εμπορευμάτων - προϊόντων. Τα πρώτα περάματα ναυπηγήθηκαν στη Σύρο, που θεωρείται και παραμένει η κατεξοχήν εξειδικευμένη στην κατασκευή αυτών των πλεούμενων, όπως επισημαίνεται και στην ελληνική παραδοσιακή ναυπηγική του δρος Κώστα Α. Δαμιανίδη (έργο πολυετούς έρευνας του συγγραφέα που βασίστηκε σε πολύτιμες μαρτυρίες καραβομαραγκών και σε ιστορικές πηγές).
Παραδοσιακά ναυπηγεία υπήρχαν πολλά όπως στην κοιλάδα Αργολίδα, στη Σύρα, στη Χαλκίδα, στις Σπέτσες και αλλού. Εκεί ήταν οι φωλιές που επωάστηκε μία τέχνη που έδωσε σχήμα και πνοή στην ναυπηγική παράδοση της χώρας μας.
«Υπάρχουν ακόμα λίγα παραδοσιακά ναυπηγεία στο Πέραμα, στη Βόρεια Ελλάδα, στην Πελοπόννησο αλλά και στα νησιά μας, που έχουν τη δυνατότητα να κατασκευάσουν ωραία ξύλινα σκαριά. Και το καλοκατασκευασμένο παραδοσιακό καΐκι έχει αγορά στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Βρισκόμαστε όμως στο παρά πέντε», όπως έχει ξαναπεί ο Μανόλης Ψαρρός: «Θα χαθούν σε λίγα χρόνια και οι τελευταίοι τεχνίτες και τότε θα είναι πολύ αργά. Πρέπει η πολιτεία να φροντίσει να δοθούν κίνητρα για να μην χαθούν τα καρνάγια και οι τελευταίοι τεχνίτες. Δεν πρόκειται για ρομαντική πρόταση αλλά για την αναβίωση μιας τέχνης που μπορεί να προσφέρει πολλά στον τόπο».
***************************************************************************************************
ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΦΙΛΗΣ ΚΑΪΤΑΤΖΗΣ
***************************************************************************************************
Ο πρόεδρος του Ινστιτούτου Ναυτικής Παράδοσης Χάρης Τζάλλας βάζει μια θαλασσινή πινελιά για να θυμούνται οι παλαιότεροι και να μαθαίνουν οι νεότεροι: «Ο κόσμος δεν βιαζόταν και προτού χαραχτούν οι ασφαλτοστρωμένοι δρόμοι η μεταφορά με πλοιάριο ήταν ο ευκολότερος και ασφαλέστερος τρόπος μεταφοράς ακόμα και ανάμεσα σε χερσαία σημεία. Από την Καλαμάτα στην Αρεόπολη πήγαινες ασφαλέστερα και γρηγορότερα με καΐκι παρά με μουλάρι. Δύσκολα μπορούμε να φανταστούμε σήμερα, με τη βιασύνη που μας κατατρύχει και την ανυπομονησία να φτάσουμε γρηγορότερα, το τι χρωστά η Ελλάδα στην τέχνη του καραβομαραγκού και του ναυτικού. Ο ελληνικός πολιτισμός δεν εξαπλώθηκε μεταφερόμενος στα πέρατα του γνωστού κόσμου με άμαξες αλλά με μικρά γοργοτάξιδα ξύλινα πλοιάρια. Από την άρρηκτη αλυσίδα της ελληνικής ναυτοσύνης ευτύχησαν να διασωθούν χάρη στο μεράκι ολίγων ονειροπόλων μια χούφτα παραδοσιακών σκαριών που σε πείσμα της ταχύτητας συνεχίζουν να χρησιμοποιούν, παράλληλα με τις μικρές βοηθητικές πετρελαιομηχανές το πανί. Το τετράγωνο, το τριγωνικό, το λατίνι... το πανί που τραγουδά ο ποιητής, το πανί που θυμίζει το πέταγμα του γλάρου».
από τήν Έντυπη Έκδοση τής "ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑΣ"
Κυριακή 15 Ιουνίου 2014
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.