Μειοψηφίες που ξαναγίνονται «θηριώδεις» πλειοψηφίες...
του Γιώργου Κουτελάκη*
Θα μπορούσε κάποιος να παρατηρήσει ότι πράγματι με βάση τα ισχύοντα εκλεγμένοι δήμαρχοι στον Β’ γύρο δεν θα διαθέτουν το 60% των εδρών του Δημοτικού Συμβουλίου που ο προηγούμενος νόμος τούς «παραχωρούσε» ανεξαρτήτως ποσοστών τους στον Α’ γύρο.
Με βάση την παραπάνω «οπτική» προσφεύγουν πολλοί στον ισχυρισμό της έλλειψης κυβερνησιμότητας στους δήμους. Αρα κατά τους ισχυρισμούς (των αντίθετων στην απλή αναλογική) θα επέλθει διάλυση των δήμων και επειδή οι δήμοι είναι οι πόλεις, θα επέλθει διάλυση των πόλεων και επειδή οι δήμοι στηρίζουν το κράτος στην άσκηση κοινωνικών πολιτικών του στην κρίση, θα επέλθει διάλυση του κράτους και επειδή αν διαλυθεί το κράτος, θα διαλυθούν οι ζωές μας, άρα η απλή αναλογική «διαλύει τους δήμους, το κράτος και τις ζωές μας», όπως προέβαλε το σλόγκαν της καμπάνιας της ΚΕΔΕ όταν ψηφιζόταν η απλή αναλογική (2018).
Στο σημείο αυτό θα μπορούσε κάποιος να αναρωτηθεί βάσιμα αν από τη δημοκρατία και την εξ αυτής εκπορευόμενη αρχή της ισοτιμίας της ψήφου είναι ουσιαστικότερη και προτιμητέα η αρχή της κυβερνησιμότητας, για χάρη της οποίας μπορεί να παραβλεφθούν βασικοί κανόνες της αντιπροσωπευτικότητας του όποιου εκλογικού συστήματος. Θα πρέπει λοιπόν να συνεννοηθούμε περί του αν το «κέλυφος» και η «ομπρέλα» για ένα δίκαιο και «βιώσιμο» εκλογικό σύστημα είναι η δημοκρατία και οι κανόνες της ή η κυβερνησιμότητα και οι αρχές της αποτελεσματικότητας...
Θεωρώ ως δικαιότερα τα συστήματα στα οποία το «κέλυφος» και η «ομπρέλα» είναι οι κανόνες και οι αρχές της δημοκρατίας και μέσα σε αυτό το κέλυφος και μόνο σε αυτό μπορούν να αναζητηθούν κατά τη γνώμη μου και να προσδιοριστούν στοιχεία διευκόλυνσης της κυβερνησιμότητας. Τα στοιχεία κυβερνησιμότητας ως αυτοδιοικητικό στέλεχος εδώ και πολλά χρόνια δεν τα υποτιμώ καθόλου, αλλά περιορίζω την ανάπτυξή τους τουλάχιστον μέχρι του σημείου που δεν θα διαρρηγνύουν τις αρχές της δημοκρατικότητας, της αντιπροσωπευτικότητας και της αναλογικότητας στη διακυβέρνηση ενός δήμου διά της εφαρμογής ενός εκλογικού συστήματος. Αρα «υποτάσσω» τις αρχές της αποτελεσματικότητας και της κυβερνησιμότητας στο «κέλυφος» της υπηρέτησης των αρχών της δημοκρατίας και όχι το αντίθετο.
Θα μπορούσα να παρακολουθήσω την άποψη που λέει ότι το εκλογικό σύστημα της απλής αναλογικής, έτσι όπως το καθιέρωσε η προηγούμενη κυβέρνηση, υπερασπίζεται τη δημοκρατία και τις αρχές της με τόσο «ανελαστικό» τρόπο που φαίνεται να υποτιμά έως «εξαφανίσεως» τις ανάγκες της κυβερνησιμότητας και της αποτελεσματικότητας στην διακυβέρνηση των δήμων.
Αν η θεσμική εκπροσώπηση της Αυτοδιοίκησης (ΚΕΔΕ) αναγνώριζε ότι το προηγούμενο εκλογικό σύστημα ήταν η «αποθέωση» της παραχάραξης των κανόνων και αρχών της δημοκρατίας και άρα έχρηζε ουσιώδους αναμόρφωσης, τότε πράγματι θα «εδικαιούτο» να εγείρει αντιρρήσεις και διαφωνίες για το εκλογικό σύστημα της απλής αναλογικής.
Αλλά η ηγεσία της Αυτοδιοίκησης τότε (2018) απέρριψε το εκλογικό σύστημα της απλής αναλογικής χωρίς να μπει στη βάσανο να προτείνει εξορθολογισμό του προηγούμενου «ακραία» καλπονοθευτικού εκλογικού συστήματος ή να βελτιώσει το τελικά ψηφισθέν όσο ήταν προτεινόμενο, αρνούμενη τον διάλογο αν δεν αποσυρόταν το εισαχθέν προς ψήφιση στη Βουλή. «Κρύβεται» ακόμα μέχρι σήμερα που πολιτικά φαίνεται ότι «ανοίγει» ο δρόμος για την κατάργηση της απλής αναλογικής στους δήμους και κρύβει την εμπεδωμένη άποψή της ότι προτιμά το παλαιό από το νέο εκλογικό σύστημα. Προτιμούσε και προτιμά απλά την ανατροπή του νέου (απλή αναλογική), για να ισχύσει το παλαιό (υπερενισχυμένη αναλογική).
Το προηγούμενο εκλογικό σύστημα έδινε το 60% των εδρών σε έναν συνδυασμό που έπαιρνε στον πρώτο γύρο 15% ή 25%, αρκεί στον δεύτερο γύρο να έπαιρνε 50,01%, αγνοώντας αν ένας άλλος συνδυασμός πήρε στον πρώτο γύρο 49% και στον δεύτερο έχασε με 49,9% . Ο,τι ποσοστό και να πάρει κάποιος στον πρώτο γύρο, παίρνει το 60% των εδρών αν ο επικεφαλής του νικήσει με μία ψήφο στον δεύτερο γύρο. Ετσι σε ένα δήμο π.χ. με 41μελές Δημοτικό Συμβούλιο ένας συνδυασμός που πήρε στον πρώτο γύρο 22% ή 28% ή 35% θα πάρει 25 έδρες (3/5 των εδρών) αν επικρατήσει στον δεύτερο γύρο. Στον ίδιο δήμο ένας συνδυασμός που πήρε 49% στον πρώτο γύρο και έχασε στον δεύτερο ανεξαρτήτως ποσοστού θα πάρει λιγότερες από 10 έδρες. Με το σύστημα αυτό ασθενείς μειοψηφίες του πρώτου γύρου μετατρέπονται σε «θηριώδεις» και αντιδημοκρατικές πλειοψηφίες, αν επικρατήσουν στον δεύτερο γύρο.
Προτιμώ ένα εκλογικό σύστημα που θα ενισχύει «ελαφρώς» τη θέση του εκλεγέντος δημάρχου στον δεύτερο γύρο, χωρίς όμως να καταστρατηγεί την πρωτογενή έκφραση των πολιτών κατά τον πρώτο γύρο. Δεν είναι δυνατόν να εξακολουθεί χάριν της κυβερνησιμότητας να κατέχουν άνετη πλειοψηφία του 60% των εδρών συνδυασμοί που έλαβαν στον πρώτο γύρο «μικρά» ποσοστά ή κατέλαβαν τη 2η θέση. Αυτό αποτελεί παραχάραξη της βούλησης των πολιτών και είναι απαράδεκτο.
Η απλή αναλογική, η μη ύπαρξη «αυτοδυναμίας» σε πλείστες των περιπτώσεων, επιβάλλει την αναζήτηση συνθέσεων και συγκλίσεων μεταξύ των συνδυασμών πριν ή και μετά τον δεύτερο γύρο των εκλογών. Δυσκολεύει αυταρχικές και εγωιστικές αντιλήψεις στην άσκηση διοίκησης, χωρίς βέβαια και να αποκλείει «υπόγειες» συναλλαγές όπως άλλωστε μπορούσε να συμβαίνει και συνέβαινε και με το προηγούμενο εκλογικό σύστημα. Επιβάλλει αλλαγή αντιλήψεων, πλουραλισμό απόψεων, δημιουργικές συνθέσεις, προωθητικούς συμβιβασμούς σύμφωνα και με τον συσχετισμό δύναμης που οι πολίτες με την ψήφο τους θα έχουν διαμορφώσει και όχι αγνοώντας αυτόν τον συσχετισμό την επομένη των εκλογών, όπως συνέβαινε σήμερα.
Η δημοκρατία δεν υπάρχει μόνο μέσα στην απόλυτη πλειοψηφία, αλλά κυρίως πρέπει να υπάρχει εκεί που δεν διαμορφώνεται απόλυτη πλειοψηφία. Σε αυτήν τη συνθήκη πρέπει να «εκπαιδευτούμε» να υπάρχουμε ως Αυτοδιοίκηση και ως πολιτικό σύστημα. Ο απολυταρχισμός και ο πολιτικός αυταρχισμός είναι εκτροπή της δημοκρατίας, πολλές φορές δε, με τον μανδύα ή την επίφαση της θεσμικής κανονικότητας.
Ο πολλαπλά αναφερόμενος και ευρέως αποδεκτός ισχυρισμός από πλευράς όσων υπερασπίζονται την κατάργηση της απλής αναλογικής και την επαναφορά του προηγούμενου εκλογικού συστήματος, «και πώς οι δήμαρχοι θα εφαρμόσουν το πρόγραμμά τους χωρίς να έχουν πλειοψηφία στο δημοτικό συμβούλιο;», είναι επιεικώς παραπλανητικός. Μια πρώτη απάντηση είναι όπως τα κόμματα που δεν έχουν αυτοδυναμία και σχηματίζονται κυβερνήσεις συνεργασίας. Προφανώς με προσαρμογές, συνθέσεις και «κοινούς τόπους» των προγραμμάτων των συμμετεχόντων κομμάτων. Αυτή είναι μια «ευγενική» και θεσμική απάντηση, γιατί υπάρχει και η «λαϊκή» εκδοχή απάντησης του τύπου πόσο πολιτικό «ψώνιο» πρέπει να είναι κάποιος, για να ισχυρίζεσαι ότι με το 15% ή το 25% που έλαβε στον πρώτο γύρο θα πρέπει να επιβάλει στο 85% ή στο 75% των πολιτών το εκλογικό του πρόγραμμα και μάλιστα αυτούσιο και μη δεκτικό προσαρμογών;
Συμπερασματικά η άποψη μου είναι ότι το εκλογικό σύστημα της απλής αναλογικής είναι καλύτερο, δημοκρατικότερο, δικαιότερο και συνθετικότερο από αυτό το καλπονοθευτικό και βαθιά αντιδημοκρατικό που ίσχυε για δεκαετίες, χωρίς να σημαίνει ότι είναι το τέλειο εκλογικό σύστημα...
*Γιώργος Κουτελάκης [Δήμαρχος Ν. Σμύρνης (1998-2010), επικεφαλής μείζονος αντιπολίτευσης (2014-2023), μέλος του Δ.Σ. της ΠΕΡΙΦ/ΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ ΔΗΜΩΝ ΑΤΤΙΚΗΣ (2014-2019), μέλος της Ε.Ε. του ΕΝΙΑΙΟΥ ΣΥΝ/ΜΟΥ ΔΗΜΩΝ ΝΟΜΟΥ ΑΤΤΙΚΗΣ (2003- 2010) & του Δ.Σ (2014-2019), μέλος του Δ.Σ. του Ινστιτούτου Τοπικής Αυτοδιοίκησης της ΚΕΔΕ (2018-2019)]
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.