Του Γιώργου Ν. Οικονόμου*
Για τη γενικευμένη κρίση και χρεοκοπία αποδίδονται ευθύνες συνήθως στην κυβερνητική, νομοθετική και εκτελεστική εξουσία, ενώ αποσιωπώνται οι μεγάλες ευθύνες της δικαστικής, που αποτελεί τον τρίτο πόλο της θεσμικής κρατικής εξουσίας. Η ελληνική περίπτωση παρακμής θυμίζει εν πολλοίς τη δυσώδη κατάσταση στην οποία βρισκόταν η Ιταλία στο τέλος της δεκαετίας του ’80, όταν άρχισε με τον εισαγγελέα Ντι Πιέτρο η δικαστική επιχείρηση «Καθαρά χέρια» για την εξυγίανση του πολιτικού συστήματος. Ομως εν Ελλάδι, ενώ η επιχείρηση αυτή έπρεπε ήδη να είχε αρχίσει εδώ και πολλά χρόνια ή έστω το 2010, η δικαστική εξουσία αποδείχθηκε ανίκανη και απρόθυμη. Το μέγεθος της δικαστικής και δικαιϊκής παρακμής καθίσταται εμφανέστατο αν ληφθεί υπ’ όψιν πως, όταν άρχισε η κάθαρση στην Ιταλία τον Ιανουάριο 1991, δεν υπήρχε γενικευμένη κατάρρευση όπως σήμερα εν Ελλάδι!
Υπήρξαν καταγγελίες προς τις δικαστικές αρχές για μίζες και λαδώματα κρατικών υπαλλήλων, υπήρξαν έρευνες ξένων πανεπιστημίων που τοποθετούσαν την Ελλάδα στην κορυφή της διαφθοράς στην Ευρώπη, εν τούτοις η δικαστική εξουσία έδειξε ψυχρή και κυνική αδιαφορία που ισοδυναμεί με συγκάλυψη και υπόθαλψη του εγκλήματος. Τα πάντα έμειναν στις καλές προθέσεις και τις πομπώδεις διακηρύξεις των αντιπροσώπων της: ο έλεγχος για τη διαχείριση της δημόσιας περιουσίας και την κατασπατάλησή της, για τις προμήθειες στα νοσοκομεία, για τις κακοτεχνίες του εθνικού δικτύου δημόσιων έργων, η έρευνα για τη διαφθορά στους κόλπους της Αστυνομίας, της Εφορίας, της Πολεοδομίας, της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, για τα κυκλώματα των καταπατητών δημόσιων εκτάσεων, για τα εθνικά κληροδοτήματα και τη διαχείρισή τους, για τα εξοπλιστικά προγράμματα του υπουργείου Εθνικής Αμύνης.
Ουδέποτε έγινε έρευνα για το κοινό μυστικό, για τη ροή μαύρου χρήματος προς τα κομματικά και υπουργικά γραφεία. Σημειωτέον πως όλα σχεδόν τα μεγάλα σκάνδαλα αποκαλύφθηκαν όχι από την ελληνική δικαστική εξουσία ή άλλη ελεγκτική αρχή, αλλά από αντίστοιχες αρχές στο εξωτερικό είτε τυχαίως. Ουδείς πολιτικός, κρατικός υπάλληλος ή άλλος φοροδιαφεύγων έχει μπει φυλακή, καμία περιουσία δεν δημεύτηκε. Κανένα από τα τεράστια οικονομικοπολιτικά σκάνδαλα δεν πήρε την άγουσα για το δικαστήριο. Κραυγαλέο παράδειγμα, η περίπτωση Τσουκάτου, ο οποίος ομολόγησε ότι έλαβε μίζα ένα εκατομμύριο ευρώ για τα ταμεία του ΠΑΣΟΚ, αλλά δεν έγινε τίποτε από τη δικαστική εξουσία. Ούτε ο Τσουκάτος διώχθηκε, ούτε κανείς άλλος από το ΠΑΣΟΚ. Ο Παπαγεωργόπουλος και ο Τσοχατζόπουλος είναι απειροελάχιστο δείγμα της γενικευμένης διαφθοράς και κλεπτοκρατίας.
Βεβαίως, η δικαστική εξουσία περιορίζεται από την υπουργική και βουλευτική ασυλία, που αποτελούν και το άλλοθί της, αλλά η διαφθορά δεν γεννήθηκε αιφνιδίως το 2001 με τον νόμο Βενιζέλου. Σε υποθέσεις που δεν προσέκρουαν στην υπουργική ασυλία δεν έκανε απολύτως τίποτε. Τέτοιες περιπτώσεις υπήρξαν στην Τοπική Αυτοδιοίκηση, στην οποία τα σκάνδαλα επιχωριάζουν με πρωταγωνιστές δημάρχους και συμβούλους, οι οποίοι βεβαίως ανήκαν ως επί το πλείστον στα δύο κυβερνητικά κόμματα. Ο Τύπος είχε κατά καιρούς εκτενή ρεπορτάζ για τη διαφθορά στους δήμους. Το «Βήμα», λ.χ., το 1997, με τίτλο «Η Μαφία των δημάρχων… Οι καταγγελίες, τα λεφτά και τα ονόματα», κατήγγελλε τα εξής: «Τα πλοκάμια της διαφθοράς απλώνονται στους δήμους… Αιρετοί άρχοντες βρίσκονται αναμεμειγμένοι σε καταχρήσεις, ‘πουλάνε’ προστασία σε νυχτερινά κέντρα, δίνουν δουλειές στα γνωστά-άγνωστα κυκλώματα εργολάβων, σε έναν χορό εκατοντάδων εκατομμυρίων. Οι καταγγελίες των δημοτών για σκάνδαλα είναι καθημερινές αλλά το κράτος δεν θέλει ή δεν μπορεί να επέμβει…Η ‘μαφία’ των δημάρχων δρα ανεξέλεγκτη».
Η δικαστική εξουσία δεν έκανε απολύτως τίποτε στις καταγγελίες αυτές, καθώς και σε άλλες περιπτώσεις μετέπειτα – ο Εφραίμ λ.χ. και το κύκλωμα τοκογλύφων της Θεσσαλονίκης είναι ελεύθεροι, ενώ ο Κασιδιάρης αθωώθηκε. Εν αγαστή συνεργασία με την πολιτική εξουσία, η δικαστική επέτρεψε την εκκόλαψη και τη συντήρηση της διαφθοράς, της φαυλοκρατίας, της ανομίας και της αδικίας. Είναι λοιπόν συνυπεύθυνη για την πορεία προς τη χρεοκοπία. Αποτελεί συστημικό θεσμό μιας αυταρχικής ολιγαρχικής πολιτείας, που αποσκοπεί στο συμφέρον των ολίγων, των συντεχνιών, των ομάδων συμφερόντων, των ελίτ πάσης φύσεως και στην προστασία τους. Εν Ελλάδι υπάρχει δικαστική εξουσία, αλλά όχι δικαιοσύνη.
Η δικαστική εξουσία νοσεί βαθύτατα, όπως και το υπόλοιπο θεσμικό σύστημα. Χρειάζεται λοιπόν ριζική αλλαγή, μέσα στο ευρύτερο πλαίσιο των θεσμικών και συνταγματικών αλλαγών που πρέπει να γίνουν εκ βάθρων στο ολιγαρχικό σύστημα της κομματοκρατίας – ριζικές αλλαγές, όχι επουσιώδεις ή δευτερεύουσες, που προτείνει η Αριστερά. Το προβληματικό στοιχείο δεν είναι μόνο η εξάρτηση της δικαστικής εξουσίας από την κυβερνητική, αλλά και ο τρόπος οργάνωσης και λειτουργίας, ο τρόπος συγκρότησης του δικαστικού σώματος και των δικαστηρίων, η κλειστή συντεχνιακή δομή, η απουσία της διαφάνειας και της συμμετοχής της κοινωνίας. Με άλλα λόγια το ζήτημα είναι πολιτικό με την ουσιαστική σημασία του όρου: αφορά τη συμμετοχή των πολιτών.
……………………………………………………………………………………………………………………………..
* Δρ Φιλοσοφίας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.