Η επίθεση του χτεσινού
«Βήματος» στην κυβέρνηση και προσωπικά στον πρωθυπουργό είχε όλα τα
χαρακτηριστικά ενός πολιτικού εκβιασμού, ενώ το «ρεπορτάζ» που υπέγραψε
ένας συντάκτης της εφημερίδας είχε όλα τα στοιχεία της κίτρινης
δημοσιογραφίας.
Αν ήθελε ο εκδότης της εφημερίδας Σταύρος Ψυχάρης να αποκαλύψει το περιεχόμενο κάποιας προσωπικής του συνάντησης με τον πρωθυπουργό, την εποχή που ο Αλέξης Τσίπρας ήταν ακόμα αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης, θα έπρεπε να γράψει ο ίδιος το κείμενο και να μην καταφύγει σε «φωτογραφικές» περιγραφές και ευτράπελα παρασκήνια για αλεξίσφαιρες λιμουζίνες και κρυφά ασανσέρ.
Οσο για την απάντηση του «Βήματος», μετά το σχόλιο του Γραφείου Τύπου της Γενικής Γραμματείας Πρωθυπουργού, ήταν κι αυτό στην ίδια γραμμή της ανοιχτής απειλής:
Είναι εκπληκτική η ομοιότητα της συμπεριφοράς του Σταύρου Ψυχάρη προς τον Αλέξη Τσίπρα με εκείνη του Χρήστου Λαμπράκη προς τον Ανδρέα Παπανδρέου την πρώτη περίοδο της «Αλλαγής».
Λίγους μήνες μετά την πρώτη εκλογική νίκη του ΠΑΣΟΚ και την άνοδο του Ανδρέα Παπανδρέου στην πρωθυπουργία, το καλοκαίρι του 1982, έκλεισαν ξαφνικά δύο εφημερίδες, ο φιλοχουντικός «Ελεύθερος Κόσμος» και το καθημερινό «Βήμα».
Και ενώ το κλείσιμο της πρώτης θα μπορούσε να ερμηνευτεί από τη συρρίκνωση της εκλογικής πελατείας της Ακροδεξιάς, η αναστολή κυκλοφορίας της δεύτερης υπήρξε το μέσο ενός πολιτικού εκβιασμού.
Προηγήθηκε συνάντηση Ανδρέα Παπανδρέου – Χρήστου Λαμπράκη. Ο εκδότης είχε μόλις λάβει μεγάλο δάνειο για τις εφημερίδες του. Η άμεση επιδίωξή του ήταν...
συνέχεια
...να χαριστούν τα χρέη ή τουλάχιστον να διευκολυνθεί με σκανδαλώδη τρόπο η αποπληρωμή τους.
Η Νέα Δημοκρατία και τότε υπερασπίστηκε αμέσως τις απαιτήσεις του ΔΟΛ. Ο ΔΟΛ επιχειρούσε πάλι να υποστηρίξει τη δημιουργία ενός «κεντρώου» πόλου, προκειμένου να αποδυναμωθεί η κυβέρνηση ΠΑΣΟΚ.
«Η αναστολή της καθημερινής έκδοσης της εφημερίδας “Το Βήμα” δεν άφησε κανένα αδιάφορο. Και απ’ όλες τις πλευρές χαρακτηρίστηκε σαν θέμα πολιτικό και μάλιστα πολύ σοβαρό, ό,τι κι αν εννοεί ο καθένας μ’ αυτό. Παρελαύνουν, λοιπόν, εδώ και τρεις ημέρες οι “τεθλιμμένοι συγγενείς” (εν αυτοίς και οι κ.κ. Μητσοτάκης [!], Τζαννετάκης ή Καρακίτσος), που δεν θρηνούν βέβαια τους απολυμένους συντάκτες. Αναπέμπονται οι αναγκαίοι ύμνοι για την “ιστορική εφημερίδα”, κατά τους οποίους “ο αποθανών δεδικαίωται”. [...]
Την “κρίση” στον Τύπο δεν την δημιούργησαν τόσο οι οικονομικές δυσκολίες, όσο, αντίθετα, οι οικονομικές παροχές: τα θαλασσοδάνεια και οι χαριστικές παροχές των κατά καιρούς κυβερνήσεων, ο παρασιτισμός και η διαφθορά που συνεπάγονται και που περισσότερο απ’ όλους επιβάρυναν τους φορολογούμενους, διέφθειραν, εξανδραπόδιζαν και ακύρωναν τη δημοκρατική λειτουργία του Τύπου. [...]
Το ίδιο το “Βήμα”, πάντως, δεν επικαλέστηκε οικονομικές δυσκολίες. Αρκέστηκε στη σιωπή. Εγινε, άλλωστε, γνωστό ότι δύο μόλις εβδομάδες πριν, η εφημερίδα αυτή είχε πάρει δάνειο 40 εκατομμυρίων. Και ο εκδότης της είχε ζητήσει σε προσωπική επαφή με τον πρωθυπουργό πρόσθετες διευκολύνσεις, όχι τόσο για τις δικές του εφημερίδες, αλλά για το σύνολο των ιδιοκτητών.
Ζητούσε, δηλαδή, να συνεχιστεί το καθεστώς των χαριστικών δανείων σαν μόνη λύση για να διατηρηθεί η “πολυφωνία” στον Τύπο. Μα στη συνάντηση αυτή με τον πρωθυπουργό ο ιδιοκτήτης του “Βήματος” περισσότερο από τις οικονομικές ενδιαφερόταν κυρίως για “πολιτικές παροχές”.
Και διαμαρτυρόταν γιατί δεν τιμάται, όσο ο ίδιος θα ήθελε, η παράδοση που τον ήθελε μυστικό σύμβουλο και ρυθμιστή των εξελίξεων».
Το αποκαλυπτικό ρεπορτάζ του «Ριζοσπάστη» στις 23.8.1982 υπογράφει ο Παύλος Τσίμας, ο οποίος περιγράφει και τις ευρύτερες επιχειρηματικές διεργασίες στον χώρο των μέσων ενημέρωσης:
«Στο χώρο του Τύπου γίνεται από καιρό λόγος για μια σύμπραξη των ιδιοκτητών των δύο μεγάλων εφημερίδων μαζί με μια δυο μικρότερες. Και οι πληροφορίες αυτές κοινολογήθηκαν πριν λίγους μήνες, με την αποκάλυψη του σχεδίου μονοπώλησης της πρακτόρευσης των εφημερίδων.
Ταυτόχρονα, ο χώρος του Τύπου είναι εδώ και αρκετούς μήνες πεδίο αγοραπωλησιών και οικονομικών συμφωνιών που αφορούν μεγάλα οικονομικά συμφέροντα. Ηδη θεωρείται τελειωμένη υπόθεση από τον όμιλο Βαρδινογιάννη της εφημερίδας “Μεσημβρινή”. [...]
Οι από πρώτη άποψη ασυνάρτητες αυτές κινήσεις στο έδαφος των οξύτατων οικονομικών δυσκολιών, συναντιώνται σε μια τάση μονοπώλησης -άμεσα και διά της “θυγατροποίησης” εφημερίδων του πολιτικού Τύπου, [...] τάση που συνδέεται κυρίως με μια πίεση ή και εκβιασμό προς την κυβέρνηση να μην εναντιωθεί σ’ αυτή την τάση και να υποταχθεί στις απαιτήσεις εκείνων που θεωρούν δικαίωμά τους να καταλύουν ουσιαστικά την ελευθεροτυπία, απομυζώντας παρασιτικά τον δημόσιο κορβανά. Σ’ αυτό τον εκβιασμό εντάσσεται, με τον τρόπο του, και το γεγονός της αιφνίδιας και δίχως δικαιολογία αναστολής της έκδοσης του “Βήματος”».
Το ίδιο ρεπορτάζ του «Ριζοσπάστη» συνέδεε τον εκβιασμό του ΔΟΛ με την προσπάθειά του να συγκροτήσει ένα πολιτικό μέτωπο στο χώρο του Κέντρου ως αντίβαρο στον κυβέρνηση του Ανδρέα Παπανδρέου, ακριβώς παρόμοιο με εκείνο που επιχειρείται και σήμερα με το φαινομενικά ετερόκλητο προσκλητήριο πολιτικών του Κέντρου και της Δεξιάς που παρέλασαν από το βήμα του συνεδρίου του Ποταμιού, ενός κόμματος που εξαρχής έφερε τη σφραγίδα του Συγκροτήματος στην πολιτική του ατζέντα:
Γράφει ο Π. Τσίμας:
«Κυβερνητικοί παράγοντες θεωρούν πια βέβαιο ότι το εκκολαπτόμενο πολιτικό σχήμα στα δεξιά του ΠΑΣΟΚ (όσο κι αν δεν γεφυρώθηκαν οι αντιθέσεις εκείνων που κινούνται ή φιλοδοξούν να ηγηθούν σ’ αυτό το χώρο) μπαίνει στα τελευταία στάδια της διαμόρφωσής του.
Και η εκτίμηση αυτή επιβεβαιώνεται από αρκετές ενδείξεις που πληθαίνουν μάλιστα τον τελευταίο καιρό [...] Και μια πρόσθετη νότα -διόλου ευχάριστη- προστίθεται στον πίνακα αυτό του παλαιοκομματικού στιλ ζυμώσεων, από τις ισχυρές προσπάθειες προετοιμασίας του εδάφους αποσκιρτήσεων στις δεξιότερες παρυφές του κυβερνητικού κόμματος».
Στο πλευρό του «Βήματος» είχαν εμφανιστεί τότε πολλοί παράγοντες του Κέντρου και της Δεξιάς, και κυρίως ο Γεώργιος Μαύρος, ο Γιάγκος Πεσμαζόγλου, ο Ευάγγελος Αβέρωφ και ο Κώστας Μητσοτάκης.
Και βέβαια εκείνη η περίπτωση δεν ήταν μοναδική. Κανείς δεν ξεχνάει τα «ρεπορτάζ» για την ανάδειξη στην αρχηγία της Ν.Δ. του Κώστα Καραμανλή -τον οποίο δεν δίστασε η εφημερίδα να παρομοιάσει με την Ντόλι, το κλωνοποιημένο πρόβατο (23.3.1997), ή τον ρόλο του ΔΟΛ στην αντικατάσταση της εκλεγμένης κυβέρνησης του Γιώργου Παπανδρέου από το δοτό υβρίδιο του τραπεζίτη Λουκά Παπαδήμου τον Νοέμβριο του 2011.
Αυτό που αναδεικνύεται από αυτή την επαναλαμβανόμενη πανομοιότυπη μορφή εκδοτικού εκβιασμού είναι ότι ο ΔΟΛ δεν έχει συνηθίσει να αντιμετωπίζεται από τις κυβερνήσεις όπως κάθε άλλη υπερχρεωμένη επιχείρηση.
Στις συναντήσεις του με τους πολιτικούς ηγέτες, ο κ. Ψυχάρης, όπως και ο προκάτοχός του, λειτουργεί σαν χαδιάρα γάτα όσο γίνονται δεκτές οι απαιτήσεις του. Και είναι έτοιμος να δείξει τα νύχια του μόλις στραβώσει η υπόθεση.
Μ’ αυτή την έννοια, η χτεσινή επίθεση του «Βήματος» είναι τίτλος τιμής για τον σημερινό πρωθυπουργό.
Δημήτρης Ψαρράς
Αν ήθελε ο εκδότης της εφημερίδας Σταύρος Ψυχάρης να αποκαλύψει το περιεχόμενο κάποιας προσωπικής του συνάντησης με τον πρωθυπουργό, την εποχή που ο Αλέξης Τσίπρας ήταν ακόμα αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης, θα έπρεπε να γράψει ο ίδιος το κείμενο και να μην καταφύγει σε «φωτογραφικές» περιγραφές και ευτράπελα παρασκήνια για αλεξίσφαιρες λιμουζίνες και κρυφά ασανσέρ.
Οσο για την απάντηση του «Βήματος», μετά το σχόλιο του Γραφείου Τύπου της Γενικής Γραμματείας Πρωθυπουργού, ήταν κι αυτό στην ίδια γραμμή της ανοιχτής απειλής:
«Το Μέγαρο Μαξίμου λησμονεί το νόμο
της δημοσιογραφίας περί χρυσών εφεδρειών. Θα έχουν την ευκαιρία να τον
πληροφορηθούν». Μ’ άλλα λόγια, «σκάστε, γιατί θα πούμε κι άλλα».
Η εικόνα συμπληρώνεται με την αντίδραση της Νέας Δημοκρατίας, που
βιάστηκε να υιοθετήσει το σενάριο του ΔΟΛ, ενώ στο δικό του κύριο άρθρο ο
κ. Ψυχάρης απλώς έσπευσε να θυμίσει στον κ. Τσίπρα και στον κ.
Μητσοτάκη ότι δεν είναι μεγάλοι άνδρες όπως ο Ελευθέριος Βενιζέλος, ο
Κωνσταντίνος Καραμανλής και ο Ανδρέας Παπανδρέου, ότι είναι «προσωρινοί»
και ότι θα έπρεπε να ευγνωμονούν το Συγκρότημα.Ο εκβιασμός του 1982
Δεν θα έπρεπε να μας ξαφνιάσει η κίνηση αυτή του Συγκροτήματος. Ο Σταύρος Ψυχάρης δεν έχει κληρονομήσει μόνο την ιδιοκτησία του ΔΟΛ από τον Χρήστο Λαμπράκη, αλλά και τη μεθοδολογία του.Είναι εκπληκτική η ομοιότητα της συμπεριφοράς του Σταύρου Ψυχάρη προς τον Αλέξη Τσίπρα με εκείνη του Χρήστου Λαμπράκη προς τον Ανδρέα Παπανδρέου την πρώτη περίοδο της «Αλλαγής».
Λίγους μήνες μετά την πρώτη εκλογική νίκη του ΠΑΣΟΚ και την άνοδο του Ανδρέα Παπανδρέου στην πρωθυπουργία, το καλοκαίρι του 1982, έκλεισαν ξαφνικά δύο εφημερίδες, ο φιλοχουντικός «Ελεύθερος Κόσμος» και το καθημερινό «Βήμα».
Και ενώ το κλείσιμο της πρώτης θα μπορούσε να ερμηνευτεί από τη συρρίκνωση της εκλογικής πελατείας της Ακροδεξιάς, η αναστολή κυκλοφορίας της δεύτερης υπήρξε το μέσο ενός πολιτικού εκβιασμού.
Προηγήθηκε συνάντηση Ανδρέα Παπανδρέου – Χρήστου Λαμπράκη. Ο εκδότης είχε μόλις λάβει μεγάλο δάνειο για τις εφημερίδες του. Η άμεση επιδίωξή του ήταν...
συνέχεια
...να χαριστούν τα χρέη ή τουλάχιστον να διευκολυνθεί με σκανδαλώδη τρόπο η αποπληρωμή τους.
Η Νέα Δημοκρατία και τότε υπερασπίστηκε αμέσως τις απαιτήσεις του ΔΟΛ. Ο ΔΟΛ επιχειρούσε πάλι να υποστηρίξει τη δημιουργία ενός «κεντρώου» πόλου, προκειμένου να αποδυναμωθεί η κυβέρνηση ΠΑΣΟΚ.
Σκίτσο του Στάθη στον «Ριζοσπάστη» (25/8/1982) |
Αντιγράφουμε ορισμένα χαρακτηριστικά αποσπάσματα από το ρεπορτάζ του «Ριζοσπάστη» εκείνης της περιόδου: «Η αναστολή της καθημερινής έκδοσης της εφημερίδας “Το Βήμα” δεν άφησε κανένα αδιάφορο. Και απ’ όλες τις πλευρές χαρακτηρίστηκε σαν θέμα πολιτικό και μάλιστα πολύ σοβαρό, ό,τι κι αν εννοεί ο καθένας μ’ αυτό. Παρελαύνουν, λοιπόν, εδώ και τρεις ημέρες οι “τεθλιμμένοι συγγενείς” (εν αυτοίς και οι κ.κ. Μητσοτάκης [!], Τζαννετάκης ή Καρακίτσος), που δεν θρηνούν βέβαια τους απολυμένους συντάκτες. Αναπέμπονται οι αναγκαίοι ύμνοι για την “ιστορική εφημερίδα”, κατά τους οποίους “ο αποθανών δεδικαίωται”. [...]
Την “κρίση” στον Τύπο δεν την δημιούργησαν τόσο οι οικονομικές δυσκολίες, όσο, αντίθετα, οι οικονομικές παροχές: τα θαλασσοδάνεια και οι χαριστικές παροχές των κατά καιρούς κυβερνήσεων, ο παρασιτισμός και η διαφθορά που συνεπάγονται και που περισσότερο απ’ όλους επιβάρυναν τους φορολογούμενους, διέφθειραν, εξανδραπόδιζαν και ακύρωναν τη δημοκρατική λειτουργία του Τύπου. [...]
Το ίδιο το “Βήμα”, πάντως, δεν επικαλέστηκε οικονομικές δυσκολίες. Αρκέστηκε στη σιωπή. Εγινε, άλλωστε, γνωστό ότι δύο μόλις εβδομάδες πριν, η εφημερίδα αυτή είχε πάρει δάνειο 40 εκατομμυρίων. Και ο εκδότης της είχε ζητήσει σε προσωπική επαφή με τον πρωθυπουργό πρόσθετες διευκολύνσεις, όχι τόσο για τις δικές του εφημερίδες, αλλά για το σύνολο των ιδιοκτητών.
Ζητούσε, δηλαδή, να συνεχιστεί το καθεστώς των χαριστικών δανείων σαν μόνη λύση για να διατηρηθεί η “πολυφωνία” στον Τύπο. Μα στη συνάντηση αυτή με τον πρωθυπουργό ο ιδιοκτήτης του “Βήματος” περισσότερο από τις οικονομικές ενδιαφερόταν κυρίως για “πολιτικές παροχές”.
Και διαμαρτυρόταν γιατί δεν τιμάται, όσο ο ίδιος θα ήθελε, η παράδοση που τον ήθελε μυστικό σύμβουλο και ρυθμιστή των εξελίξεων».
Πανομοιότυπη μεθόδευση
Το πρωτοσέλιδο της «Ελευθεροτυπίας» |
Η ομοιότητα της μεθόδευσης του ΔΟΛ εκείνη την περίοδο με όσα επιχειρεί από χτες ο κ. Ψυχάρης είναι εκπληκτική. Το αποκαλυπτικό ρεπορτάζ του «Ριζοσπάστη» στις 23.8.1982 υπογράφει ο Παύλος Τσίμας, ο οποίος περιγράφει και τις ευρύτερες επιχειρηματικές διεργασίες στον χώρο των μέσων ενημέρωσης:
«Στο χώρο του Τύπου γίνεται από καιρό λόγος για μια σύμπραξη των ιδιοκτητών των δύο μεγάλων εφημερίδων μαζί με μια δυο μικρότερες. Και οι πληροφορίες αυτές κοινολογήθηκαν πριν λίγους μήνες, με την αποκάλυψη του σχεδίου μονοπώλησης της πρακτόρευσης των εφημερίδων.
Ταυτόχρονα, ο χώρος του Τύπου είναι εδώ και αρκετούς μήνες πεδίο αγοραπωλησιών και οικονομικών συμφωνιών που αφορούν μεγάλα οικονομικά συμφέροντα. Ηδη θεωρείται τελειωμένη υπόθεση από τον όμιλο Βαρδινογιάννη της εφημερίδας “Μεσημβρινή”. [...]
Οι από πρώτη άποψη ασυνάρτητες αυτές κινήσεις στο έδαφος των οξύτατων οικονομικών δυσκολιών, συναντιώνται σε μια τάση μονοπώλησης -άμεσα και διά της “θυγατροποίησης” εφημερίδων του πολιτικού Τύπου, [...] τάση που συνδέεται κυρίως με μια πίεση ή και εκβιασμό προς την κυβέρνηση να μην εναντιωθεί σ’ αυτή την τάση και να υποταχθεί στις απαιτήσεις εκείνων που θεωρούν δικαίωμά τους να καταλύουν ουσιαστικά την ελευθεροτυπία, απομυζώντας παρασιτικά τον δημόσιο κορβανά. Σ’ αυτό τον εκβιασμό εντάσσεται, με τον τρόπο του, και το γεγονός της αιφνίδιας και δίχως δικαιολογία αναστολής της έκδοσης του “Βήματος”».
Το ίδιο ρεπορτάζ του «Ριζοσπάστη» συνέδεε τον εκβιασμό του ΔΟΛ με την προσπάθειά του να συγκροτήσει ένα πολιτικό μέτωπο στο χώρο του Κέντρου ως αντίβαρο στον κυβέρνηση του Ανδρέα Παπανδρέου, ακριβώς παρόμοιο με εκείνο που επιχειρείται και σήμερα με το φαινομενικά ετερόκλητο προσκλητήριο πολιτικών του Κέντρου και της Δεξιάς που παρέλασαν από το βήμα του συνεδρίου του Ποταμιού, ενός κόμματος που εξαρχής έφερε τη σφραγίδα του Συγκροτήματος στην πολιτική του ατζέντα:
Γράφει ο Π. Τσίμας:
«Κυβερνητικοί παράγοντες θεωρούν πια βέβαιο ότι το εκκολαπτόμενο πολιτικό σχήμα στα δεξιά του ΠΑΣΟΚ (όσο κι αν δεν γεφυρώθηκαν οι αντιθέσεις εκείνων που κινούνται ή φιλοδοξούν να ηγηθούν σ’ αυτό το χώρο) μπαίνει στα τελευταία στάδια της διαμόρφωσής του.
Και η εκτίμηση αυτή επιβεβαιώνεται από αρκετές ενδείξεις που πληθαίνουν μάλιστα τον τελευταίο καιρό [...] Και μια πρόσθετη νότα -διόλου ευχάριστη- προστίθεται στον πίνακα αυτό του παλαιοκομματικού στιλ ζυμώσεων, από τις ισχυρές προσπάθειες προετοιμασίας του εδάφους αποσκιρτήσεων στις δεξιότερες παρυφές του κυβερνητικού κόμματος».
Στο πλευρό του «Βήματος» είχαν εμφανιστεί τότε πολλοί παράγοντες του Κέντρου και της Δεξιάς, και κυρίως ο Γεώργιος Μαύρος, ο Γιάγκος Πεσμαζόγλου, ο Ευάγγελος Αβέρωφ και ο Κώστας Μητσοτάκης.
Το πρωτοσέλιδο του «Εθνους» |
Σύμφωνα με το ρεπορτάζ του «Εθνους» της εποχής, ο πρώτος «διατηρούσε
για δεκαετίες δεσμούς προσωπικής και πολιτικής φιλίας με τον Χ.
Λαμπράκη, τον οποίο και συμβουλεύεται πάντα για τις πολιτικές του
κινήσεις και επιλογές», ο δεύτερος «προσπαθούσε διακαώς να ξανακερδίσει
την εύνοια και την πολιτική ποδηγέτηση του κόμματός του (ΚΟΔΗΣΟ) από τη
Χρήστου Λαδά», ο τρίτος «διατηρούσε μακροχρόνιους αδελφικούς δεσμούς με
τον εκδότη του Συγκροτήματος και αναγνωρίζει τον αγώνα που έδωσαν “Βήμα”
και “Νέα” για να αναλάβει την αρχηγία της Νέας Δημοκρατίας και την
πρωθυπουργία το Μάιο του 1980», ενώ ο τέταρτος, παρά τη διάσταση με το
Συγκρότημα την εποχή της Αποστασίας, «το τελευταίο διάστημα τα “έχει
φτιάξει” και περιμένει από αυτό την υποστήριξή του για να αναλάβει την
αρχηγία του υπό εκκόλαψη κόμματος» (23.8.1982).Η αντίδραση του Ανδρέα
Ο Ανδρέας Παπανδρέου είχε αντιδράσει, από την Κω όπου βρισκόταν, με δηλώσεις για τον εκβιασμό του ΔΟΛ:
«Θεωρώ πράγματι περίεργη τη σύνδεση
που γίνεται μεταξύ του κλεισίματος του “Ελεύθερου Κόσμου” και του
“Βήματος” με την πολιτική της κυβέρνησης. Πράγματι αισθάνομαι πολύ
περίεργα.
Γιατί εμείς, αυτή η κυβέρνηση είχε το
θάρρος, πράγμα που δεν έγινε στο παρελθόν να πάρουμε 1,7 δισ. οφειλές
των εφημερίδων προς το τραπεζικό σύστημα, να τις κάνουμε ένα πακέτο, να
καθορίσουμε μια 15ετία για την εξόφλησή τους με επιτόκιο πολύ
προνομιακό, 14% και 3 χρόνια χαριστική περίοδο. Αυτή η πράξη ήταν
μεγάλη. Ηταν το κοινωνικό σύνολο που ουσιαστικά δεν διέγραψε, αλλά
διευθέτησε μια οφειλή τεραστίων διαστάσεων. Και βέβαια για την περίοδο
αυτή σαφώς όλα τα χρέη αυτά είχαν μπει στο ράφι».
Σχεδόν αμήχανος, ο Α. Παπανδρέου εμφανιζόταν να μην πιστεύει το βάθος του εκβιασμού:
«Ειδικά θα πρέπει να πω ότι έχω
ιδιαίτερη ευαισθησία για την περίπτωση του “Βήματος”. Γιατί το “Βήμα”,
πρόσφατα, δεν πάνε δυο βδομάδες, ο Οργανισμός Λαμπράκη χρηματοδοτήθηκε
με κεφάλαια κινήσεως. Και είμαι σε μεγάλη δυσκολία να καταλάβω όλη αυτή
τη βουή, η οποία έχει ξεσπάσει. Ενα πράγμα είναι σαφές. Οτι μπορούμε να
φτάσουμε μέχρι το α ή το β, αλλά δεν μπορεί ο ελληνικός λαός να επιδοτεί
επ’ αόριστον και στο άπειρο τον Τύπο και μάλιστα σε τέτοια κλίμακα.
Γιατί μιλάμε για 500 ή 700 εκατομμύρια μέσα σ’ ένα μικρό διάστημα και θα
χρειαστεί και γι’ αυτά να αναβληθεί η εξόφλησή τους. Ώς πού θα πάει το
πράγμα;»
Ο Α. Παπανδρέου πέταγε το γάντι στον Χρ. Λαμπράκη:
«Αν υπήρχε κάποιο κριτήριο που πρέπει
να στηρίξει την εφημερίδα αυτή το κοινωνικό σύνολο, τότε γιατί αυτή και
όχι 25 άλλες; Είναι πραγματικά για μένα πολύ περίεργη αυτή η ιστορία.
Και αισθάνομαι ότι γίνεται μια κακή θα έλεγα μεταχείριση της κυβέρνησης
σε έναν τομέα στον οποίο επέδειξε ιδιαίτερη ευαισθησία και πολύ θάρρος.
Γιατί δεν είχε έρθει μια κυβέρνηση της Δεξιάς να ενοποιήσει και να
πακετάρει τις οφειλές; Περίμεναν εμάς. Και το κάναμε».
Αυτό, λοιπόν, που συνέβη χτες με τα υπονοούμενα και τις απειλές του
«Βήματος» είναι μια επανάληψη όσων διέπραξε το 1982 το Συγκρότημα, με
τον πολιτικό εκβιασμό του Ανδρέα Παπανδρέου.Και βέβαια εκείνη η περίπτωση δεν ήταν μοναδική. Κανείς δεν ξεχνάει τα «ρεπορτάζ» για την ανάδειξη στην αρχηγία της Ν.Δ. του Κώστα Καραμανλή -τον οποίο δεν δίστασε η εφημερίδα να παρομοιάσει με την Ντόλι, το κλωνοποιημένο πρόβατο (23.3.1997), ή τον ρόλο του ΔΟΛ στην αντικατάσταση της εκλεγμένης κυβέρνησης του Γιώργου Παπανδρέου από το δοτό υβρίδιο του τραπεζίτη Λουκά Παπαδήμου τον Νοέμβριο του 2011.
Αυτό που αναδεικνύεται από αυτή την επαναλαμβανόμενη πανομοιότυπη μορφή εκδοτικού εκβιασμού είναι ότι ο ΔΟΛ δεν έχει συνηθίσει να αντιμετωπίζεται από τις κυβερνήσεις όπως κάθε άλλη υπερχρεωμένη επιχείρηση.
Στις συναντήσεις του με τους πολιτικούς ηγέτες, ο κ. Ψυχάρης, όπως και ο προκάτοχός του, λειτουργεί σαν χαδιάρα γάτα όσο γίνονται δεκτές οι απαιτήσεις του. Και είναι έτοιμος να δείξει τα νύχια του μόλις στραβώσει η υπόθεση.
Μ’ αυτή την έννοια, η χτεσινή επίθεση του «Βήματος» είναι τίτλος τιμής για τον σημερινό πρωθυπουργό.
Δημήτρης Ψαρράς
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.